(ελληνικά-Greek) Πολιτισμική Βία

ORIGINAL LANGUAGES, 13 Jan 2014

Johan Galtung – TRANSCEND Media Service

Το άρθρο παρουσιάστηκε ως διάλεξη στην Ομάδα Σπουδών για την Ειρήνη του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης τον Μάρτιο του 1989• στα Summer Schools των Σπουδών για την Ειρήνη στο Πανεπιστήμιο του Όσλο και το Πανεπιστήμιο της Χαβάης τον Ιούλιο του 1989• και στο Διεθνές Ερευνητικό Ινστιτούτο για την Ειρήνη στο Όσλο, τον Αύγουστο του 1989. Είμαι υπόχρεος σε όλους τους σύνεδρους σε όλα αυτά τα μέρη.

Σχολή Κοινωνικών Επιστημών,  Πανεπιστήμιο της Χαβάης, Μανόα

Το άρθρο αυτό μας εισάγει στην έννοια της «πολιτισμικής βίας» και μπορεί να θεωρηθεί ως συνέχεια του ορισμού της «δομικής βίας» που πρώτος εισήγαγε ο συγγραφέας πριν από 20 χρόνια (Galtung, 1969). «Πολιτισμική βία» ορίζεται εδώ οποιαδήποτε έκφανση του πολιτισμού που χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει τη βία στην άμεση ή δομική μορφή της. Με τον συμβολικό της χαρακτήρα η βία που χτίζεται μέσα σε έναν πολιτισμό δεν σκοτώνει, ούτε ακρωτηριάζει όπως η άμεση ή η δομική βία, ωστόσο, χρησιμοποιείται για τη νομιμοποίηση και των δύο, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στη θεωρία της κυρίαρχης ή της ανώτερης φυλής. Οι σχέσεις ανάμεσα στην άμεση, δομική και πολιτισμική βία διερευνώνται μέσα από ένα τρίγωνο βίας και από την εικόνα των διαβαθμίσεων που αυτό παρουσιάζει (καθώς ποικίλει) στις περιστασιακές του εκφάνσεις. Παραδείγματα πολιτισμικής βίας διακρίνονται μέσα από τη διαίρεση του πολιτισμού σε θρησκεία και ιδεολογία, τέχνη και γλώσσα, εμπειρική και τυπική επιστήμη. Έτσι η θεωρία της πολιτισμικής βίας σχετίζεται με δύο βασικά σημεία του δόγματος του Γκάντι, την ενότητα της ζωής και την ενότητα των σκοπών και των μέσων. Καταλήγοντας, η ένταξη του πολιτισμού στο επίκεντρο της έρευνας για την ειρήνη δεν εμβαθύνει απλώς στο αίτημα για ειρήνη αλλά θεωρείται ότι συμβάλλει στις ανύπαρκτες ακόμα γενικές αρχές της «πολιτισμολογίας».

  1. 1.     Ορισμός

Λέγοντας «πολιτισμική βία» εννοούμε, εκείνες τις πτυχές του πολιτισμού που αφορούν στη συμβολική σφαίρα της ύπαρξής μας η οποία καθορίζεται από τη θρησκεία, την ιδεολογία, τη γλώσσα, την τέχνη, την εμπειρική και τυπική επιστήμη (λογική, μαθηματικά) και που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να δικαιολογήσουν ή να νομιμοποιήσουν την άμεση ή δομική βία(1). Αστέρια, σταυροί και μισό-φέγγαρα, σημαίες, ύμνοι και στρατιωτικές παρελάσεις, το απανταχού παρόν πορτρέτο του Ηγέτη, εμπρηστικές ομιλίες και αφίσες είναι μερικά από αυτά που μας έρχονται στο μυαλό. Αλλά για την ώρα ας αφήσουμε τα παραδείγματα, για το τέταρτο κεφάλαιο και ας ξεκινήσουμε την ανάλυση. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά αποτελούν «εκφάνσεις του πολιτισμού» και όχι τον κατεξοχήν πολιτισμό. Όταν κάποιος ενθαρρύνει έναν εν δυνάμει δολοφόνο λέγοντάς του ότι «ο φόνος οδηγεί στην αυτοπραγμάτωση», το γεγονός αυτό αποδεικνύει μεν πως η γλώσσα είναι ικανή να εκφράσει ανάλογες σκέψεις αλλά η ίδια η γλώσσα αυτή καθαυτή δεν είναι βίαιη. Ολόκληροι πολιτισμοί δύσκολα μπορούν να χαρακτηριστούν ως βίαιοι και αυτός είναι ο λόγος που προτιμώ την έκφραση «το Χ φαινόμενο του Χ πολιτισμού αποτελεί παράδειγμα πολιτισμικής βίας» αντί του στερεότυπου «ο Χ πολιτισμός είναι βίαιος».

Από την άλλη, οι πολιτισμοί θα μπορούσαν να θεωρηθούν και να αντιμετωπιστούν ακόμα ως ένα σύνολο βίαιων, εκτενών και σύνθετων πολιτισμικών φαινόμενων που εκτείνονται σε όλους τους τομείς, με αποτέλεσμα η αναγωγή της πολιτισμικής βίας σε βίαιο πολιτισμό να μπορεί να δικαιολογηθεί. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι απαραίτητη μία συστηματική διερευνητική διαδικασία. Αυτό το άρθρο αποτελεί μέρος αυτής της διαδικασίας.

Ένας τρόπος για να ξεκινήσουμε είναι να αποσαφηνίσουμε τον όρο «πολιτισμική βία» αναζητώντας τα όριά της. Αν το αντίθετο της βίας είναι η ειρήνη, το κύριο θέμα της έρευνας και των σπουδών για την ειρήνη, τότε το αντίθετο της πολιτισμικής βίας θα είναι η «πολιτισμική ειρήνη», με την έννοια ότι οι εκφάνσεις του πολιτισμού στοχεύουν στην υπεράσπιση και νομιμοποίηση της άμεσης και δομικής ειρήνης. Εάν πολλές και διαφορετικές εκφάνσεις εντοπίζονται σε έναν πολιτισμό τότε μπορούμε να του αποδώσουμε τον χαρακτηρισμό της «πολιτισμικής ειρήνης». Ένα μεγάλο ζήτημα της έρευνας και του  κινήματος για την ειρήνη γενικά, είναι ότι η αέναη αναζήτηση της πολιτισμικής ειρήνης συχνά καθίσταται προβληματική, γιατί υποκύπτουμε πάντα στον πειρασμό να θεσμοθετήσουμε έναν ιδεώδη πολιτισμό με την ελπίδα της υποχρεωτικής εσωτερίκευσής του από όλους. Και αυτό αποτελεί σαφώς άμεση βία (2) με τη λογική της αναγκαστικής επιβολής του.

Η πολιτισμική βία κάνει την άμεση και δομική βία να μοιάζουν, ακόμη και να θεωρούνται δίκαιες, ή τουλάχιστον όχι άδικες. Όπως ακριβώς οι πολιτικές επιστήμες αντιμετωπίζουν δύο προβλήματα -τη χρήση της δύναμης και τη νομιμοποίηση αυτής της χρήσης- έτσι και οι ανθρωπιστικές επιστήμες βρίσκονται μπροστά σε δύο μεγάλα ζητήματα: τη χρήση της βίας και τη νομιμοποίησή της. Οι ψυχολογικοί μηχανισμοί μπορούν εύκολα να εσωτερικευτούν (3).

Η μελέτη της πολιτισμικής βίας υπογραμμίζει τον τρόπο με τον οποίο οι πράξεις της άμεσης βίας και η πραγματικότητα της δομικής νομιμοποιούνται και καθίστανται αποδεκτές από την κοινωνία. Ένας από τους τρόπους με τον οποίο  η πολιτισμική βία λειτουργεί είναι αλλάζοντας τον ηθικό χρωματισμό μιας πράξης από κόκκινο/κατακριτέο σε πράσινο/δίκαιο ή έστω κίτρινο/αποδεκτό. Ένα παράδειγμα πάνω σε αυτό είναι «το ότι η δολοφονία εν’ ονόματι της χώρας κρίνεται δίκαιη ενώ εν’ ονόματι του εαυτού μας θεωρείται λανθασμένη». Ένας ακόμη τρόπος είναι διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα ούτως ώστε να μην μπορούμε να διακρίνουμε ένα βίαιο γεγονός ή μια βίαιη πράξη, ή τουλάχιστον τη βιαιότητα του χαρακτήρα τους. Προφανώς αυτό είναι πολύ πιο εύκολο για ορισμένες μορφές βίας απ’ ό, τι για άλλες, ένα παράδειγμα είναι η έκτρωση. Επομένως, οι σπουδές για την ειρήνη έχουν ανάγκη από μια τυπολογία της βίας για τον ίδιο λόγο που η παθολογία αποτελεί ένα από τα βασικά προαπαιτούμενα των ιατρικών επιστημών.

  1. 2.     Η τυπολογία της άμεσης και δομικής βίας           

Θεωρώ πως η βία είναι αναπόφευκτη προσβολή των βασικών ανθρωπίνων αναγκών και της ίδιας της ζωής εν γένει, κατεβάζοντας το επίπεδο της πραγματικής ικανοποίησης αυτών των αναγκών κάτω από τα όρια του επιτρεπτού. Η απειλή της βίας αποτελεί επίσης βία. Ο συνδυασμός της άμεσης και δομικής βίας με τα τέσσερα επίπεδα των ανθρωπίνων αναγκών μάς παρέχει την τυπολογία του Πίνακα Ι. Τα τέσσερα επίπεδα των βασικών ανθρωπίνων αναγκών –απόρροια εκτενών διαλόγων που έγιναν σε πολλά μέρη του κόσμου (Galtung, 1980a)- είναι: η ανάγκη επιβίωσης (αντίθετο: θάνατος, θνητότητα), η ανάγκη ευημερίας (αντίθετο: δυστυχία, νοσηρότητα), η ανάγκη ταυτότητας και νοήματος (αντίθετο: αλλοτρίωση) και τέλος η ανάγκη ελευθερίας (αντίθετο: καταπίεση).

Από αυτά προκύπτουν οκτώ διαφορετικοί τύποι βίας με κάποιους υπο-τύπους, που είναι εύκολα αναγνωρίσιμοι για την άμεση βία αλλά αρκετά πιο σύνθετοι για τη δομική (βλ. Πίνακα Ι). Ένα πρώτο σχόλιο είναι πως ο Πίνακας Ι μοιάζει να είναι ανθρωποκεντρικός. Θα μπορούσε ίσως να προστεθεί και μια πέμπτη στήλη στην αρχή για την Φύση που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ανθρώπινη ύπαρξη. Η «οικολογική ισορροπία» είναι πιθανόν ο πιο συχνά χρησιμοποιούμενος όρος όσον αφορά στη συστηματική προστασία του περιβάλλοντος. Εάν αυτή διαταραχθεί τότε έχουμε οικολογική καταστροφή, παρακμή και ανισορροπία. Η ισορροπία του οικοσυστήματος ανταποκρίνεται στις ανάγκες επιβίωσης + ευημερίας + ελευθερίας + ταυτότητας που συντηρούν το ανθρώπινο είδος. Το άθροισμα των παραπάνω πέντε θα καθορίσει τελικά αυτό που ονομάζουμε «ειρήνη».

Όμως η έννοια της «οικολογικής ισορροπίας» είναι πολύ ανοιχτή κατηγορία που συμπεριλαμβάνει μη ζώντα (abiota) και ζώντα (biota) στοιχεία. Η βία που ορίζεται ως προσβολή της ζωής θα επικεντρωθεί σε ζώντες οργανισμούς, και μόνον έμμεσα σε μη ζώντες. Επιπλέον, εγείρονται σημαντικά και δύσκολα ερωτήματα όπως παραδείγματος χάριν «ισορροπία για ποιόν;» Για την εξασφάλιση της ανθρώπινης αναπαραγωγής; Και αν ναι, ποιο θα ήταν το επιτρεπτό επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας και σε τι αριθμό; Ή μήπως για την εξασφάλιση και επιβίωση του «περιβάλλοντος» (τι ανθρωποκεντρικός όρος!); Όλα τα μέρη ισότιμα, σε ποιο επίπεδο, σε τι αριθμό; Ή μήπως τελικά για την εξασφάλιση και των δύο;

Επίσης, θα πρέπει να προβλεφθεί ένα ανώτατο όριο στον ορισμό των αρνητικών αντιθέτων που χρησιμοποιήθηκαν παραπάνω για τη βία. Στο «θάνατο» αντιστοιχεί η εξολόθρευση, το ολοκαύτωμα, η γενοκτονία. Στη «δυστυχία» το κρυφό ολοκαύτωμα. Στην «αποξένωση» αντιστοιχεί ο πνευματικός θάνατος. Στην «καταπίεση» τα Γκουλάγκ/ΚΖ. Στην «οικολογική παρακμή» η εσκεμμένη οικολογική καταστροφή. Και σε όλα αυτά μαζί αντιστοιχεί ο «αφανισμός». Αυτές οι λέξεις είναι ίσως δηλωτικές της πρόθεσης κάποιου να παίξει το ρόλο του προφήτη, αλλά στην πραγματικότητα όλοι αυτοί οι όροι συνδέονται τα τελευταία 50 χρόνια με συγκεκριμένα ονόματα της πρόσφατης παγκόσμιας ιστορίας, όπως του Χίτλερ, του Στάλιν και του Ρίγκαν (4)και με τον Ιαπωνικό μιλιταρισμό (5). Εν συντομία, η μελέτη της βίας, αναπόσπαστο κομμάτι των σπουδών για την ειρήνη, μοιάζει να είναι ένα πεδίο τρόμου· όμως, όπως και η παθολογία, αποκαλύπτει την πραγματικότητα προκειμένου να γίνει γνωστή και να κατανοηθεί.

Και τώρα κάποια σχόλια σχετικά με το περιεχόμενο του πίνακα, όπως παρουσιάζεται. Στην πρώτη κατηγορία βίας ο θάνατος εξισώνεται με τον ακρωτηριασμό. Και τα δύο αυτά στοιχεία μαζί λογίζονται ως «παράπλευρες απώλειες» που συνήθως χρησιμοποιούνται για να εκτιμηθεί το μέγεθος ενός πολέμου. Όμως ο «πόλεμος» είναι ένα μόνο μέρος της ενορχηστρωμένης βίας με τουλάχιστον έναν πρωταγωνιστή, συνήθως μια κυβέρνηση. Είναι πολύ επιφανειακό να ορίσουμε τη βία ως το αντίθετο του πολέμου και έτσι οι σπουδές για την ειρήνη να περιοριστούν και να επικεντρωθούν στους παράγοντες εκείνους που θα μπορούσαν να τον αποτρέψουν και συγκεκριμένα στην αποφυγή μόνο των μεγάλων πολέμων ή υπέρ-πολέμων (που ορίζονται ως οι πόλεμοι μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων ή υπερδυνάμεων)· ή ακόμη περισσότερο στον περιορισμό, την κατάργηση ή τον ορθό έλεγχο των όπλων μαζικής καταστροφής. Γιατί με αυτόν τον τρόπο σημαντικές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στις διάφορες μορφές βίας αφήνονται στο περιθώριο, ειδικά παραβλέπεται το γεγονός ότι  μια μορφή βίας μπορεί να εξασθενεί ή να τίθεται υπό έλεγχο εις βάρος μιας άλλης που αυξάνεται και συντηρείται. Όπως οι «παρενέργειες» στην ιατρική, ενώ είναι ιδιαίτερα σημαντικές συχνά παραβλέπονται. Η έρευνα για την ειρήνη πρέπει να αποφύγει ένα παρόμοιο  λάθος (6).

Στη στήλη του ακρωτηριασμού περιλαμβάνεται επίσης και η προσβολή εναντίον των ανθρωπίνων αναγκών που επιφέρουν η πολιορκία/αποκλεισμός (τυπικός όρος) και οι ποινές/κυρώσεις (σύγχρονος όρος). Για ορισμένους, αυτές οι περιπτώσεις υπάγονται στη «μη-βία» μιας και ο άμεσος ή έμμεσος θάνατος αποφεύγεται. Για τα θύματα όμως, σημαίνει αργή και σκόπιμη θανάτωση μέσω του υποσιτισμού και της έλλειψης ιατρικής περίθαλψης που μαστίζει τους πιο αδύναμους, τα παιδιά, τους ηλικιωμένους, τους φτωχούς και τις γυναίκες. Επιμηκύνοντας την αλυσίδα των αιτιών ακόμη περισσότερο οι δράστες αποφεύγουν να κατηγορηθούν για άμεση βία. Συνήθως εμφανίζονται να «προσφέρουν μια ευκαιρία στα θύματα», τα οποία επιλέγουν την  απώλεια της προσωπικής τους ελευθερίας και ταυτότητας αντί της απώλειας της ζωής και των άκρων τους, ανταλλάσσοντας τις δύο τελευταίες για τις δύο πρώτες μορφές της τυπολογίας της άμεσης βίας. Όμως οι μηχανισμοί είναι αυτοί που αποτελούν την απειλή προς την ίδια την ζωή, μηχανισμοί που προξενούν οι πολιορκίες, οι αποκλεισμοί και οι κυρώσεις. Ο τύπος οικονομικού αποκλεισμού του Γκάντι συνδύασε την  άρνηση της αγοράς των βρετανικών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων με την εξεύρεση πόρων για τους εμπόρους, προκειμένου να μην υπάρξει σύγχυση και απειληθεί η επιβίωσή τους.

Η κατηγορία της «αποξένωσης» μπορεί να καθοριστεί με κοινωνικούς όρους, με την έννοια της εσωτερίκευσης ενός πολιτισμού. Υπάρχει ένα διπλό ενδεχόμενο: η απομόνωση, απο-κοινωνικοποίηση κάποιου μακριά από τον πολιτισμό του και η υιοθέτηση ενός άλλου –όπως συμβαίνει στην περίπτωση της απαγόρευσης ή της επιβολής μιας διαφορετικής γλώσσας. Παρότι το ένα δεν προϋποθέτει το άλλο, συχνά και οι δύο αυτές καταστάσεις συνυπάρχουν σε ομάδες, όπως σε αυτή των πολιτών δεύτερης κατηγορίας (που δεν αποτελούν απαραίτητα μειοψηφία) που αναγκάζονται να λειτουργούν σύμφωνα με τον κυρίαρχο πολιτισμό και όχι με τον δικό τους, τουλάχιστον όχι δημόσια. Το ζήτημα βέβαια εδώ είναι πως οποιαδήποτε μορφή κοινωνικοποίησης ενός παιδιού –μέσα στην οικογένεια, στο σχολείο, ή στην ευρύτερη κοινωνία– είναι επίσης εξαναγκαστική, ένα είδος πλύσης εγκεφάλου που δεν αφήνει στο παιδί καμία επιλογή. Επομένως, μπορούμε να φτάσουμε στο συμπέρασμα (και όχι τόσο τραβηγμένο) ότι μια μη-βίαιη κοινωνία είναι εκείνη που προσφέρει στο παιδί την ελευθερία να επιλέξει  π.χ. προσφέροντάς του/της παραπάνω από ένα πολιτισμικά πρότυπα.

Και η κατηγορία της «καταπίεσης» έχει, παρόμοια, διπλό ορισμό: την «ελευθερία από» και την «ελευθερία για να» σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (7) με ιστορικά και πολιτισμικά όρια (Galtung, 1988a). Δύο ακόμη κατηγορίες έχουν προστεθεί σαφώς λόγω του ρόλου τους ως συνακόλουθα άλλων μορφών βίας: η «απομόνωση», με την έννοια του εγκλεισμού των ανθρώπων (φυλακή, στρατόπεδα συγκέντρωσης) και η απέλαση, με την έννοια της απομάκρυνσης (ο διωγμός τους στο εξωτερικό ή σε απομακρυσμένα σημεία της περιοχής τους).

Όσον αφορά τις κατηγορίες της δομική βίας χρειαζόμαστε μία εικόνα της βίαιης αυτής δομής και ένα λεξιλόγιο, μία μορφή λόγου, προκειμένου να αναγνωρίσουμε τα φαινόμενα και να εντοπίσουμε τον τρόπο που συσχετίζονται με τις κατηγορίες των αναγκών. Η αρχετυπική δομική βία, κατά την άποψή μου, έχει ως κέντρο την εκμετάλλευση. Αυτό σημαίνει πως ορισμένοι,  τα μεγάλα αφεντικά, αποκτούν πολύ περισσότερα (με κλίμακα τις ανθρώπινες ανάγκες) από την επαφή τους με τη βία απ’ ό,τι οι πιο αδύναμοι (Galtung, 1978, parts I-III). Υπάρχει μια «άνιση ανταλλαγή», ένας ευφημισμός. Οι αδύναμοι στην πραγματικότητα βρίσκονται σε τόσο μειονεκτική θέση που καταλήγουν να πεθαίνουν (πείνα, ασθένειες) από αυτήν: εκμετάλλευση Α. Ή μπορεί και να παραμένουν σε μόνιμη και ανεπιθύμητη κατάσταση δυστυχίας, που συνήθως συμπεριλαμβάνει τον υποσιτισμό και τη νοσηρότητα: εκμετάλλευση Β. Ο τρόπος που οι άνθρωποι πεθαίνουν διαφέρει: στον Τρίτο Κόσμο ακόμη και από διάρροια ή έλλειψη ανοσίας· στις «ανεπτυγμένες» χώρες, αναπόφευκτα και πρόωρα, από καρδιαγγειακά νοσήματα και κακοήθεις όγκους. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα από πολυσύνθετες δομές και στο τέλος μιας μακράς αιτιατής αλυσίδας και περιπλεκόμενων κύκλων.

Μια βίαιη δομή δεν αφήνει σημάδια μόνο στο ανθρώπινο σώμα αλλά και στο μυαλό και στο πνεύμα. Οι τέσσερις όροι που παρατίθενται στη συνέχεια μπορούν να ιδωθούν ως κομμάτια αυτής της εκμετάλλευσης ή ως ενισχυτικά συστατικά μέρη της δομής. Η κύρια λειτουργία τους συνίσταται στον εμποδισμό σχηματισμού συνείδησης και δραστηριοποίησης, δύο από τους σημαντικότερους παράγοντες στη μάχη εναντίον της εκμετάλλευσης. Η κυριαρχία, που εμφυσά το αφεντικό στον αδύναμο, να το πούμε έτσι, σε συνδυασμό με την κατάτμηση, προσφέρει στον αδύναμο ελάχιστα στοιχεία για να μπορέσει να καταλάβει τι συμβαίνει, οπότε έχουμε αδυναμία συνείδησης. Και η περιθωριοποίηση, διατηρώντας τους αδύναμους έξω από το παιχνίδι, σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό, που τους κρατάει μακριά τον έναν από τον άλλο, οδηγεί σε αδυναμία δραστηριοποίησης. Ωστόσο, αυτοί οι τέσσερις όροι μπορούν να θεωρηθούν ως εκφράσεις της δομικής βίας από μόνοι τους και πιο συγκεκριμένα ως μια ποικιλία παραγόντων που ενισχύουν τη δομική καταστολή. Όλοι τους παίζουν διαφορετικό ρόλο στα πλαίσια των δύο φύλων –ακόμα κι αν οι γυναίκες δεν εμφανίζουν πάντα υψηλή θνησιμότητα και υψηλά ποσοστά νοσηρότητα αλλά αντίθετα έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής από τους άνδρες, αν βέβαια επιβιώσουν από μια πιθανή έκτρωση ή την παιδοκτονία κατά τα πρώτα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας. Εν συντομία, η εκμετάλλευση και η καταπίεση συμβαδίζουν και συνυπάρχουν με τη βία, όμως δεν είναι ταυτόσημες έννοιες.

Και όσον αφορά τη βία ενάντια στη φύση; Υπάρχει βέβαια η άμεση βία του κοψίματος, του καψίματος των δέντρων κ.λπ., όπως συμβαίνει λόγου χάρη σε έναν πόλεμο. Η δομική μορφή μιας τέτοιας βίας εμφανίζεται κεκαλυμμένη και όχι ως με πρόθεση προσπάθεια κάποιου να καταστρέψει το περιβάλλον, όμως και πάλι το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η μόλυνση και η εξάντληση των πόρων σε συνδυασμό με τη μοντέρνα βιομηχανία επιτείνουν την καταστροφή των δασών, την τρύπα του όζοντος, την υπερθέρμανση του πλανήτη και ούτω καθεξής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την προσπάθεια αναδιαμόρφωσης του περιβάλλοντος μέσω της βιομηχανικής δράσης, που μας αφήνει με μη διασπώμενα υπολείμματα και την εξάντληση των μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που σε συνδυασμό με την εμπορευματοποίηση του πλανήτη κάνουν τις συνέπειες μη ορατές για τους δράστες (8) Πρόκειται για δύο ισχυρότατες εργασιακές δομές που στην πραγματικότητα νομιμοποιούνται από την οικονομική ανάπτυξη. Το τσιτάτο της «βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης» ίσως εν τέλει αποδειχθεί μια ακόμη μορφή πολιτισμικής βίας.

  1. 3.     Συσχετισμοί των τριών μορφών βίας

Εξαιτίας όλων αυτών η «βία» ορίζεται κατ’ επέκταση μέσω της τυπολογίας του Πίνακα Ι, με την άμεση και δομική βία να αποτελούν τις πρωταρχικές κατηγορίες ή τους «υπέρ-τύπους». Η «Πολιτισμική βία» μπορεί πλέον να προστεθεί ως ο τρίτος υπερ-τύπος και να τοποθετηθεί στην τρίτη γωνία αυτού του (άγριου) τριγώνου της βίας, ως εικόνα. Όταν το τρίγωνο αυτό στηρίζεται στην «άμεση» και τη «δομική» βία, προβάλλεται άμεσα η εικόνα της πολιτισμικής βίας ως μέσο νομιμοποίησης και των δύο. Η άμεση βία από την άλλη αποτελεί την κεφαλή αυτού του τριγώνου αποκαλύπτοντας παράλληλα τις δομικές και πολιτισμικές πηγές της. Φυσικά, το τρίγωνο παραμένει πάντα τρίγωνο – όμως η εικόνα που παρουσιάζεται είναι διαφορετική και οι έξι προβαλλόμενες θέσεις (τρεις που δείχνουν προς τα πάνω και τρεις που δείχνουν προς τα κάτω) αποκαλύπτουν κάπως διαφορετικές ιστορίες που όλες αξίζει να ειπωθούν.

Παρ’ όλες τις αναλογίες υπάρχει μια βασική διαφορά μεταξύ των τριών  εκφάνσεων της βίας. Η άμεση βία είναι ένα γεγονός, η δομική μια διαδικασία με αρκετά σκαμπανεβάσματα, ενώ η πολιτισμική είναι μια σταθερά, μια “μονιμότητα” (Galtung, 1977, κεφ. 9), που παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτη για μεγάλα χρονικά διαστήματα εξαιτίας των αργών μετασχηματισμών του βασικού πολιτισμού. Σύμφωνα με τους χρήσιμους όρους της Γαλλικής σχολής Ιστορίας Annales: «Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια μακρο-οικονομία». Οι τρεις μορφές βίας υπεισέρχονται στο χρόνο διαφορετικά, με τον ίδιο περίπου τρόπο που λειτουργούν και οι διαφορές στις  σεισμολογικές θεωρίες, για το σεισμό ως γεγονός, τη μετακίνηση των τεκτονικών πλακών ως διαδικασία και την ύπαρξη του ρήγματος ως μονιμότερη κατάσταση.

Αυτό οδηγεί σε μια διαστρωμάτωση της εικόνας (που συμπληρώνει το τρίγωνο βίας) της φαινομενολογίας της βίας, ένα χρήσιμο εργαλείο που λειτουργεί ως παράδειγμα δημιουργώντας μια ευρεία ποικιλία υποθέσεων. Στον πυθμένα βρίσκεται η σταθερή μέσα στο χρόνο ροή της πολιτισμικής βίας, ένα υπόστρωμα από το οποίο οι άλλες δύο μπορούν να αποκτήσουν τα απαραίτητα θρεπτικά τους συστατικά. Στο επόμενο στρώμα εντοπίζονται οι ρυθμοί της δομικής βίας. Μορφές εκμετάλλευσης χτίζονται, φθείρονται ή κατεδαφίζονται, με την προστατευτική συνοδεία της εισχώρησης-κατάτμησης, η οποία εμποδίζει την ανάπτυξη της προσωπικής συνείδησης και του κατακερματισμού-περιθωριοποίησης, η οποία εμποδίζει την οργάνωση εναντίον της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Και στην κορυφή, ορατό ακόμα και για το άπειρο μάτι ή το γυμνό εμπειρισμό, βρίσκεται το στρώμα της άμεσης βίας, μέσα από μια καταγραφή απόλυτης σκληρότητας που διαπράττεται από τον άνθρωπο εναντίον του συνανθρώπου του και εναντίον οποιασδήποτε μορφής ζωής ή της φύσης γενικότερα.

Γενικά, η πορεία από την πολιτισμική στη δομική και εν συνεχεία στην άμεση βία μπορεί εύκολα να προσδιοριστεί. Ο πολιτισμός μάς διακονεί, μας διδάσκει, μας νουθετεί, μας συμβουλεύει και μας ωθεί να θεωρούμε την εκμετάλλευση και/ή την καταπίεση ως κάτι λογικό και φυσιολογικό, ή ακόμα χειρότερα, να μην τη διακρίνουμε (ιδιαίτερα –όχι την εκμετάλλευση) καθόλου. Στη συνέχεια έρχονται οι εκρήξεις, η χρήση της άμεσης βίας από εκείνους που προσπαθούν να βγουν από το δομημένο σιδερένιο κλουβί τους (Weber, 1971) και της καταπολέμησής της από εκείνους που επιθυμούν να διατηρηθεί το κλουβί άθικτο. Συνήθως, η κοινή εγκληματική δράση είναι η προσπάθεια των αδυνάτων να «δραπετεύσουν», να αναδιανείμουν τον πλούτο, να ανταποδώσουν, να εκδικηθούν («εγκλήματα κατώτερων τάξεων»), ή η προσπάθεια κάποιου να γίνει ή να παραμείνει αφεντικό, αποθεώνοντας τη δομή και την αξία της («εγκλήματα ανώτερων τάξεων»). Και η δομική και η άμεση βία δημιουργούν ανάγκες και ελλείμματα. Όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει ξαφνικά τότε μπορούμε να μιλήσουμε για τραύμα. Όταν συμβαίνει σε μια ομάδα ανθρώπων, σε μια συλλογικότητα, έχουμε ένα συλλογικό τραύμα που μπορεί να εδραιωθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο αποτελώντας την πρώτη ύλη για περαιτέρω ιστορικές διαδικασίες και γεγονότα. Η βασική υπόθεση είναι απλή: «η βία γεννά βία». Η βία προέρχεται από τη στέρηση βασικών αναγκών και μια τέτοιου είδους στέρηση  είναι σοβαρή· μια αντίδραση είναι η άμεση βία. Όμως αυτή δεν είναι η μόνη αντίδραση. Μπορεί επίσης να υπάρξει ένα αίσθημα απόγνωσης, ένα σύνδρομο στέρησης και απογοήτευσης που εσωτερικά εκδηλώνεται ως αυτο-κατευθυνόμενη επιθετικότητα ενώ εξωτερικά ως απάθεια και απόσυρση. Αν υπάρχει η δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε μια εν βρασμώ, βίαιη κοινωνία και σε μια που χαρακτηρίζεται από απάθεια και ακινησία στην αντίδρασή της απέναντι στις τεράστιες στερήσεις των αναγκών της, τότε είναι βέβαιο πως τα μεγάλα αφεντικά προτιμούν  την τελευταία. Προτιμούν τη «διακυβέρνηση» από τις «φασαρίες και την αναρχία». Αγαπούν τη «σταθερότητα». Και πράγματι μια από τις μεγαλύτερες μορφές πολιτισμικής βίας που εξέθρεψε η άρχουσα τάξη των ελίτ είναι εκείνη που κατηγορεί τα θύματα της δομικής βίας –που εκσφενδονίζουν την πρώτη πέτρα, όχι σε ένα γυάλινο σπίτι αλλά στην προσπάθειά τους να δραπετεύσουν από το σιδερένιο κλουβί τους, χαρακτηρίζοντάς τα ως «επιθετικά». Δουλειά της δομικής βίας είναι να κάνει αυτή τη λειτουργία της πολιτισμικής βίας αόρατη και αδιαφανή.

Ωστόσο, η διαστρωμάτωση της βίας από μόνη της δεν καθορίζει την αιτιώδη σύνδεση αυτού του τριγώνου της βίας. Υπάρχουν έντονες διασυνδέσεις και συνεχείς ροές και στις έξι κατευθύνσεις της, ενώ οι κύκλοι που συνδέουν τις τρεις μορφές της ενώνονται και εφορμούν από οποιοδήποτε σημείο. Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι πολλές φορές το τρίγωνο βίας είναι αρκετά πιο διαφωτιστικό από την εικόνα ενός μοντέλου διαστρωμάτωσης. Οι Αφρικανοί συλλαμβάνονταν και υποχρεώνονταν να δουλεύουν ως σκλάβοι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού· εκατομμύρια έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, στην Αφρική, στα σύνορα, στην Αμερική. Αυτή η μαζική άμεση βία η οποία διοχετεύεται ανά τους αιώνες τελικά εδραιώνεται ως μαζική δομική βία, με τους λευκούς να αναλαμβάνουν το ρόλο των μεγάλων αφεντικών και τους μαύρους εκείνον των αδύναμων σκλάβων, παράγοντας και αναπαράγοντας μια μαζική πολιτισμική βία που διαπνέεται παντού από ρατσιστικές ιδέες. Μετά από λίγο καιρό η άμεση βία έχει ξεχαστεί, η κατάσταση δουλείας έχει λησμονηθεί και μόνο δύο τίτλοι κάνουν την εμφάνισή τους, αρκετά θαμποί, σαν τίτλοι κολεγιακών συγγραμμάτων: η «διάκριση» για τη μαζική δομική βία και η «προκατάληψη» για τη μαζική πολιτισμική βία. Εξυγίανση της γλώσσας: η ίδια είναι πολιτισμική βία.

Ο φαύλος κύκλος της βίας μπορεί όμως να αρχίσει και από τη γωνία της δομικής βίας. Η κοινωνική διαφοροποίηση παίρνει σταδιακά τα κάθετα χαρακτηριστικά της ολοένα και περισσότερο άνισης ανταλλαγής, και αυτό το κοινωνικό γεγονός βρίσκεται σε αναζήτηση εκείνων των κοινωνικών πράξεων που θα συμβάλλουν στη συντήρηση και διατήρησή του, ενώ παράλληλα η πολιτισμική βία για τη δική της δικαίωση, εδραιώνει την “υλιστική” (εννοώντας τη δομική) Μαρξιστική θεωρία. Ή ο φαύλος κύκλος μπορεί να ξεκινήσει και από ένα συνδυασμό άμεσης και δομικής βίας, με μια κοινωνική ομάδα να φέρεται τόσο άσχημα σε κάποια άλλη με αποτέλεσμα η τελευταία να δεχτεί αδιαμαρτύρητα οποιαδήποτε πολιτισμική λογική που της προσφέρεται στην προσπάθειά της να δικαιωθεί. Περισσότερα από χίλια χρόνια πριν, οι Βίκινγκς του Νότου, επιτέθηκαν, εξαπάτησαν και δολοφόνησαν τους Ρώσους. Μοιάζει να μην είναι  αρκετά ικανοποιητικός ο λόγος που στηρίζεται στην ιδέα ότι οι Ρώσοι είναι ένας λαός επικίνδυνος, άγριος και πρωτόγονος, γεγονός που αφήνει υπόνοιες ότι κάποια στιγμή μπορεί να επιστρέψουν και να κάνουν το ίδιο και σ’ εμάς(9); Ακόμη και όταν οι Γερμανοί επιτέθηκαν στη Νορβηγία τον Απρίλιο του 1940, το επίσημο συμπέρασμα ήταν πως οι Ρώσοι είναι επικίνδυνοι γιατί μπορεί κάποια μέρα να κάνουν το ίδιο. Εδώ ακριβώς λοιπόν εντοπίζεται το τραύμα της αιφνιδιαστικής επίθεσης.

Θα μπορούσε άραγε να υπάρχει ένα βαθύτερο υπόστρωμα της ανθρώπινης φύσης, που θα ήταν γενετικά διατεθειμένο ή τουλάχιστον προδιατεθειμένο για επιθετικότητα (άμεση βία) και κυριαρχία (δομική βία); Το ανθρώπινο ενδεχόμενο για άμεση και δομική βία είναι σίγουρα υπαρκτό, όπως και το ενδεχόμενο για άμεση και δομική ειρήνη. Κατά την άποψή μου, όμως, το πιο σημαντικό θέμα στη συζήτηση του βιολογικού ντετερμινισμού που λαμβάνει ως δεδομένη την κλίση της ανθρώπινης φύσης στην επιθετικότητα και την κυριαρχία, που μπορεί να συγκριθεί με εκείνη για τροφή και σεξ, είναι η ποικιλία στις μορφές επιθετικότητας και κυριαρχίας. Οι άνθρωποι αναζητούν την τροφή και το σεξ  κάτω από (σχεδόν) όλες τις περιστάσεις. Όμως η επιθετικότητα και η κυριαρχία παρουσιάζουν τεράστιες διακυμάνσεις, ανάλογα με το πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετούνται και με τις δεδομένες δομικές και πολιτισμικές συνθήκες. Οπωσδήποτε, η κλίση μπορεί να ενυπάρχει όμως όχι τόσο ισχυροποιημένη ώστε να μπορεί να εκδηλώνεται κάτω από οποιαδήποτε περίσταση. Σε αυτήν την περίπτωση το ενδιαφέρον του μελετητή της ειρήνης επικεντρώνεται στη διερεύνηση εκείνων των περιστάσεων που ευνοούν την ανάπτυξη της επιθετικότητας και κυριαρχίας και την κατάργηση ή την τροποποίησή τους. Σε αυτή τη διερεύνηση, η άποψη μου είναι ότι οι όροι της “δομικής” και “πολιτισμικής” βίας θα συνδράμουν πάρα πολύ.

Από την παρακάτω ταξινομική άσκηση θα αποκομίσουμε σημαντικούς πόρους: θα την χρησιμοποιήσουμε για να διαφωτίσουμε την έννοια του μιλιταρισμού και παράλληλα την ιδεολογία που πλαισιώνει αυτή τη διαδικασία. Προφανώς, μια πλευρά του ζητήματος είναι η γενική τάση στην άμεση βία με τη μορφή της πραγματικής ή επαπειλούμενης μιλιταριστικής δράσης, ανεξάρτητα από το αν έρχεται ως αποτέλεσμα πρόκλησης ή όχι, ή από το αν χρησιμοποιείται για τη διευθέτηση συγκρούσεων ή τη μύηση των ανθρώπων σε αυτή. Η πορεία της τάσης αυτής υπήρξε η βάση για την παραγωγή και ανάπτυξη του κατάλληλου λογισμικού υλικού. Ωστόσο, θα ήταν αρκετά επιφανειακό αν εξαντλούσαμε τη διερεύνηση του μιλιταρισμού μόνο μέσα από αρχεία προηγούμενων περιόδων καταλήγοντας έτσι μονάχα σε κάποια πρότυπα της παραγωγής και ανάπτυξης του(10) · αυτό θα οδηγούσε σε κάποια εύκολα συμπεράσματα όσον αφορά μόνο το προσωπικό, τον προϋπολογισμό και τον έλεγχο του εξοπλισμού του. Όπως το καλό βότανο χρειάζεται να έχει καλές και γερές ρίζες έτσι και οι πολιτισμικές και δομικές ρίζες χρειάζεται να έχουν γερά θεμέλια, σύμφωνα πάντα και με το τριπλό μοντέλο της διαστρωμάτωσης. Είναι, επομένως, απαραίτητος ο εντοπισμός των πολιτισμικών και δομικών εκφάνσεων που ενισχύουν και αναπαράγουν την τάση  της ετοιμότητας για μιλιταριστική δράση, παραγωγή και ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο περιλαμβάνει τον εκφοβισμό νεαρών αγοριών στο σχολείο, πρωτογένεια(11), ανεργία και γενικότερη εκμετάλλευση. Περαιτέρω, η μιλιταριστική παραγωγή και ανάπτυξη χρησιμοποιούνται για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης και διανομής, όπως επίσης και για την εγκαθίδρυση έντονων εθνικιστικών, ρατσιστικών και σεξιστικών ιδεολογιών (12)κ.ο.κ. Ο συνδυασμός της ανάπτυξης της μιλιταριστικής διδασκαλίας και εξάσκησής της στα προγράμματα σπουδών και τις δομές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των πανεπιστημίων (13), καθώς επίσης και η διάδοση της μιλιταριστικής κουλτούρας χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Και όμως η δομή και ο πολιτισμός δεν περιλαμβάνονται συνήθως στις μελέτες του «ελέγχου των όπλων», με τη δικαιολογία των εξαιρετικά ευαίσθητων περιοχών. Αυτά τα ταμπού πρέπει να εξαλειφθούν.

4. Παραδείγματα Πολιτισμικής Βίας

Γυρνάμε τώρα στην εισαγωγή όπου αναφέραμε τους έξι πολιτιστικούς τομείς – θρησκεία και ιδεολογία, γλώσσα και τέχνη, εμπειρική και τυπική επιστήμη – δίνοντας ένα ή δύο παραδείγματα πολιτισμικής βίας από κάθε τομέα. Η λογική του συστήματος είναι απλή: προσδιορίζει το πολιτισμικό στοιχείο και δείχνει πώς μπορεί, εμπειρικά ή δυνητικά, να χρησιμοποιηθεί για να νομιμοποιήσει την άμεση ή δομική βία.

4.1 Θρησκεία

Σε όλες τις θρησκείες υπάρχει πάντα κάτι το ιερό, το Άγιο, ας το αποκαλέσουμε «Θεό». Μπορεί να γίνει μια βασική διάκριση ανάμεσα στον υπερβατικό Θεό που βρίσκεται έξω από εμάς και στον έμφυτο θεό που βρίσκεται μέσα στον καθέναν και διαπνέει ολόκληρη τη ζωή του (14). Ο Ιουδαϊσμός της Τόρα, που θεμελιώθηκε περίπου πριν από 4.000 χρόνια, οραματίστηκε έναν Θεό, μια αρσενική θεότητα, που κατοικούσε εκτός του πλανήτη Γη. Πρόκειται για μία καταστροφική ιδέα, μια ξεκάθαρη περίπτωση υπερβατικότητας και μεταφοράς από την οποία εφόρμησαν οι υπόλοιπες σημιτικές και δυτικές θρησκείες· ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ. Με το θείο να βρίσκεται μακριά από εμάς, ο Θεός κατοικεί «επάνω» («Ο Πατέρας όλων, που κατοικεί στους Ουρανούς») με αποτέλεσμα να είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως ορισμένοι άνθρωποι αισθάνονται πως βρίσκονται εγγύτερα στον Θεό απ’ ό,τι κάποιοι άλλοι, πως βρίσκονται «υψηλότερα». Επιπροσθέτως, στη γενικότερη δυτική παράδοση όχι μόνο του δυϊσμού αλλά και του Μανιχαϊσμού, με αιχμηρές διχοτομήσεις μεταξύ του καλού και του κακού, θα πρέπει επίσης να υπάρχει και ένα κακό πνεύμα, ο Σατανάς, ως αντιστάθμισμα του καλού Θεού προκειμένου να τηρείται η συμμετρία και η ισορροπία. Και σ’ αυτήν την περίπτωση υπερβατικές και έμφυτες αναπαραστάσεις μάς αποκαλύπτονται με τον Θεό και τον Σατανά να κατέχουν ή τουλάχιστον να επιλέγουν τους πιστούς τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ενυπάρχουν μέσα μας είτε ο θεός, είτε το δαιμόνιο, είτε και τα δύο μαζί. Όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί βρίσκονται στο πλήθος της παράδοσης των δυτικών θρησκειών. Όμως εδώ εστιάζουμε στη σκληρότερη εκδοχή τους· στην πίστη σε έναν υπερβατικό Θεό και σε έναν υπερβατικό Σατανά.

Ποιους όμως επιλέγει ο Θεός; Δεν θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι επιλέγει εκείνους που ομοιάζουν με την εικόνα Του, αφήνοντας τους υπόλοιπους στις διαθέσεις του Σατανά, όπως υποδεικνύεται στον Πίνακα ΙΙ; Κάτι τέτοιο όμως αποκαλύπτει μια βαθιά διαίρεση με τον Θεό και τους Εκλεκτούς (από Εκείνον) από τη μία και τον Σατανά και τους Μη εκλεκτούς (από τον Θεό αλλά εκλεκτούς από τον Σατανά) από την άλλη· οι εκλεκτοί ηγούνται της πορείας προς τη λύτρωση και βρίσκονται κοντά στον Παράδεισο και τον Θεό, ενώ αντίθετα οι μη εκλεκτοί είναι καταδικασμένοι και άμεσα συνδεδεμένοι με τον Σατανά και την Κόλαση. Όμως, ο Παράδεισος και η Κόλαση μπορούν να αναπαρασταθούν και στη γη, ως μια πρόγευση ή ένδειξη της μετά θάνατον ζωής. Η δυστυχία και η πολυτέλεια μπορούν να θεωρηθούν προετοιμασία για την Κόλαση και τον Παράδεισο αντίστοιχα, ενώ οι κοινωνικές τάξεις ως ένας Θείος δάκτυλος.

Η ισχυροποίηση της αντίληψης για την έμφυτη παρουσία του θεού μέσα μας, η οποία θα διαφοροποιούσε αυτή τη διχοτόμηση, θεωρείται ως μια πράξη ενάντια στα θεία. Με έναν υπερβατικό Θεό όμως, όλα αποκτούν νόημα. Τα τρία πρώτα στοιχεία του Πίνακα ΙΙ υπάρχουν σχεδόν από την εποχή της Γένεσης. Το τελευταίο χρονολογείται από την εποχή της Καινής Διαθήκης με τη σημασία που δίνει όχι μόνο στις καλές πράξεις αλλά και στην καλή πίστη. Τα υπόλοιπα δύο αποτελούν αποσπασματικές αναφορές σε δούλους προκειμένου να αποδώσουν τα του Κυρίου στον Κύριο και τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Οι ανώτερες τάξεις που υποστηρίζουν ότι βρίσκονται εγγύτερα στον Θεό είναι κατά παράδοση τρείς: ο Κλήρος, για τον προφανή λόγο ότι διακατέχεται από μια ιδιαίτερη ενόραση που του επιτρέπει να επικοινωνεί με τον Θεό, η Αριστοκρατία με τη λογική της βασιλείας λόγω θείου χρίσματος και οι Καπιταλιστές, εάν είναι επιτυχημένοι. Οι κατώτερες τάξεις και οι φτωχοί είναι κι αυτοί βέβαια προορισμένοι, και μάλιστα από τους πρώτους, να πάνε στον Παράδεισο (η επί του Όρους ομιλία) όμως μόνο στη μετά θάνατον ζωή. Οι τρείς αυτές κατηγορίες αποτελούν τον πυρήνα του σκληρού Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ οι οποίες όμως μπορούν να κατευνασθούν αφήνοντας στην άκρη κάποιες σκληροπυρηνικές τους θέσεις με αποτέλεσμα να υπάρχει  μια ηπιότερη μορφή Ιουδαϊσμού, Χριστιανισμού και Ισλάμ που υιοθετούν παράλληλα την έμφυτη αντίληψη του θείου (Σουφισμός, Φραγκίσκος της Ασίζης, Σπινόζα).

Οι συνέπειες της δεξιάς στήλης του Πίνακα ΙΙ θα μπορούσαν να προκύψουν και από χώρους εκτός της θεολογίας και της θεωρίας του εκλεκτού που αυτή επιτάσσει. Ο πίνακας στην ουσία υποδεικνύει μόνο τη συμβολή της και την καταδεικνύει ως μια από τις προφανείς αιτίες.

Χρησιμοποιώντας ένα σύγχρονο παράδειγμα θα αναφερθούμε στις σχέσεις μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Στους Εκλεκτούς έχει ήδη υποσχεθεί τη Γη της Επαγγελίας, το Εκλεκτό Ισραήλ. Συμπεριφέρονται επομένως σύμφωνα με το αναμενόμενο μεταφράζοντας αυτή την εκλογή σε έναν άγριο τύπο πολιτισμικής βίας, χρησιμοποιώντας και τους 8 τύπους της άμεσης και δομικής βίας του Πίνακα Ι: δολοφονίες, ακρωτηριασμοί, υλικές στερήσεις, άρνηση στους κατοίκους της Δυτικής Όχθης των απαραίτητων για την επιβίωσή τους. Παρατηρείται μια απο-κοινωνικοποίηση μεταξύ του θεοκρατικού Ισραηλινού κράτους και των πολιτών της δεύτερης κατηγορίας, όπως χαρακτηρίζονται όσοι δεν είναι Εβραίοι. Σημειώνονται φαινόμενα κράτησης, ατομικής απέλασης και απειλές για μαζικότερες απελάσεις, γεγονότα που οδηγούν στην ύπαρξη εκμετάλλευσης, τουλάχιστον με τη μορφή της εκμετάλλευσης Β του Πίνακα Ι.

Τα τέσσερα δομικά συνακόλουθα της εκμετάλλευσης είναι όλα πλήρως αναπτυγμένα: προσπάθειες να πείσουν τους Παλαιστίνιους ότι γεννήθηκαν αδύναμοι, ότι είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας, «κάτι το οποίο θα πρέπει να αποδεχθούν και να συνηθίσουν», προσφορά μικρών τομέων οικονομικής δραστηριότητας, απομάκρυνση των Παλαιστινίων από την εβραϊκή κοινωνία, τόσο εντός όσο και εκτός της Πράσινης Γραμμής, και συναλλαγές μαζί τους με τη μέθοδο του διαίρει και βασίλευε (όπως στη διαδικασία που ακολουθήθηκε στη  συμφωνία του Camp David) ποτέ με ομοιόμορφη μεταχείριση. Δεν παρατηρείται μαζική εξολόθρευση, ούτε  μαζική εκμετάλλευση τύπου Α, εκείνη  που μαστίζει τις χώρες του Τρίτου Κόσμου υπό το βάρος του οικονομικού χρέους που πάνω από όλα τσακίζει τα παιδιά. Η βία εδώ είναι ομοιόμορφα κατανεμημένη σε όλο το φάσμα των οκτώ διαφορετικών της τύπων.

Ορισμένοι που δεν θέλουν να βλέπουν μακριά, ορίζοντας την εξολόθρευση και την εκμετάλλευση Α με Χιτλερικούς, Σταλινικούς και Ριγκανιανούς όρους, στην Παλαιστίνη δεν υπάρχει μαζική βία και αυτό αποτελεί ένδειξη του ανθρωπισμού των Ισραηλινών. Τέτοιες απόψεις όμως αποτελούν παραδείγματα πολιτισμικής βίας και συγχρόνως είναι ενδεικτικά του πόσο ηθικά είναι τα πρότυπα του αιώνας μας (15).

4.2 Ιδεολογία

Με την παρακμή, ίσως και με τον θάνατο, όχι μονάχα της υπερβατικότητας αλλά και της έμφυτης παρουσίας του θείου μέσω της εκκοσμίκευσης, η διάδοχη θρησκεία αναμένεται να έχει όρους πολιτικής ιδεολογίας και ο Θεός, παίρνοντας τη μορφή του σύγχρονου κράτους,  παρουσιάζει ανάλογα χαρακτηριστικά. Ο Θεός και η Θρησκεία μπορεί να έχουν πεθάνει, αλλά η βασική ιδέα της αιχμηρής και αξιακής διαίρεσης είναι ακόμη παρούσα απλά οι διαχωριστικές γραμμές δεν βρίσκονται πια ανάμεσα στον Θεό, τους Εκλεκτούς, τους Μη- εκλεκτούς και τον Σατανά. Η σύγχρονη κοινωνία θα μπορούσε ίσως να καταργήσει τον Θεό και τον Σατανά αλλά κάτι τέτοιο θα απαιτούσε μια άλλη μορφή διάκρισης ανάμεσα στους Εκλεκτούς και τους Μη εκλεκτούς. Ας τους αποκαλέσουμε λοιπόν Εαυτούς και Άλλους. Χρησιμοποιείται ως αρχέτυπο ο εθνικισμός, με το Κράτος να αναλαμβάνει το διάδοχο ρόλο του Θεού.

Με αυτό τον τρόπο δομείται μια υπερβολική τάση, που τονίζει και εξυμνεί την αξία του Εαυτού υπονομεύοντας και υποτιμώντας την αξία του Άλλου. Από αυτό το σημείο η δομική βία αναλαμβάνει το έργο της. Πρόκειται να πάρει τη μορφή μίας αυτοεκπληρούμενης προφητείας: oι άνθρωποι υποτιμώνται μέσω της εκμετάλλευσης και γίνονται θύματα εκμετάλλευσης επειδή υποτιμώνται, απανθρωποποιούνται. Όταν ο Άλλος όχι μόνο απανθρωποποιείται αλλά και μετατρέπεται επιτυχώς σε αντικείμενο, σε «αυτό», στερούμενος της ανθρώπινης ιδιότητάς του, τότε το σκηνικό είναι έτοιμο για οποιαδήποτε μορφή άμεσης βίας(16), η οποία συγχρόνως αποδίδεται στο θύμα. Οι κατηγορίες ενισχύονται από χαρακτηρισμούς όπως «επικίνδυνοι», «παράσιτα», «βακτήρια» (όπως ο Χίτλερ αποκαλούσε τους Εβραίους), «εχθρούς του λαού» (όπως ο Στάλιν αποκαλούσε τους «Κούλακους») «τρελό σκυλί» (όπως ο Ρίγκαν αποκαλούσε τον Καντάφι) “εκκεντρικοί εγκληματίες” (όπως η Ουάσιγκτον αποκαλεί τους «τρομοκράτες»). Η εξολόθρευσή τους γίνεται ένα εν δυνάμει ψυχολογικό καθήκον. Οι φύλακες των SS γίνονται ήρωες και εξυμνείται η αφοσίωσή τους στο καθήκον.

Ξεκινώντας από τις έξι διαστάσεις του Πίνακα ΙΙ, μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε πως οι εκλεκτοί παραμένουν εκλεκτοί χωρίς την ανάγκη της υπερβατικότητας του θείου διότι μόνο τα ανθρώπινα όντα είναι σε θέση για αυτοπαρατήρηση. Οι άνδρες εμφανίζονται δυνατότεροι και πιο λογικοί από τις γυναίκες. Ορισμένα έθνη είναι πιο σύγχρονα από κάποια άλλα και αποτελούν τους φορείς του πολιτισμού και τους μοχλούς της ιστορικής διαδικασίας. Οι λευκοί είναι πιο έξυπνοι/λογικοί από τους έγχρωμους. Στη σύγχρονη κοινωνία των «ίσων ευκαιριών» οι καλύτεροι βρίσκονται στην κορυφή και επομένως δικαιούνται δύναμης και ξεχωριστών προνομίων. Συνέπεια όλων αυτών είναι ότι για ορισμένα δόγματα που προασπίζονται την πίστη στον μοντερνισμό, την ανάπτυξη και την πρόοδο, τα παραπάνω θεωρούνται αποδεικτικά τεκμήρια. Το να μην πιστεύεις σε αυτά έχει άσχημα αποτελέσματα όχι τόσο για την ίδια την πίστη αλλά γι’ αυτόν που αποστασιοποιείται.

Όλες αυτές οι απόψεις κατέχουν ισχυρή ακόμα θέση στο δυτικό πολιτισμό, παρόλο που η πίστη στην αρσενική Δύση και τη λευκή έμφυτη ανωτερότητα δέχεται ισχυρούς κλονισμούς από τους αγώνες απελευθέρωσης των θηλυκών, μη-δυτικών πληθυσμών (όπως η Ιαπωνική οικονομική επιτυχία επί της Δύσης) και των έγχρωμων ανθρώπων που ζουν στις δυτικές κοινωνίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, το πιο Χριστιανικό έθνος στη γη, υπήρξε πεδίο μαχών, εσωτερικών και εξωτερικών, ανάλογων αγώνων. Η μείωση της πολιτισμικής βίας στην Αμερική κρίνεται επομένως ιδιαίτερα σημαντική καθότι η χώρα αυτή επιβάλλει τους ρυθμούς της και στις υπόλοιπες.

Τα τρία εγγενή αξιώματα, που βασίζονται στις αποδιδόμενες διακρίσεις όσον αφορά το φύλο, τη φυλή και το έθνος που δίνεται κατά τη γέννηση κάποιου, είναι δύσκολο να διατηρηθούν σε μια κοινωνία η οποία είναι προσανατολισμένη στην επιτυχία. Όμως εάν μια σύγχρονη κοινωνία χαρακτηρίζεται αξιοκρατική, τότε η άρνηση εξουσίας και προνομίων σε εκείνους που βρίσκονται στην κορυφή ισοδυναμεί με άρνηση της ίδιας της αξιοκρατίας. Το να αρνηθούμε ακόμη και στο ελάχιστο έναν «σύγχρονο προσανατολισμό» της κοινωνίας σημαίνει πως το έδαφος γίνεται ιδιαίτερα πρόσφορο για οποιαδήποτε πίστη, ακόμη και εκείνης που επιτάσσει την άρνηση της εξουσίας και των προνομίων που κατέχουν οι περισσότερο άξιοι και την κατάργηση του αυστηρού διαχωρισμού ανάμεσα στην ανθρώπινη ζωή και σε όλες τις άλλες μορφές ζωής. Εν συντομία, η εναπομείνασα αρχή της εκλογής, θα παραμείνει για λίγο ακόμη ως διάκριση των ειδών, «διάκριση των τάξεων» και “αξιακός δείκτης”, ανεξάρτητα από την παρουσία Θεού και Σατανά.

Η ιδεολογία του εθνικισμού, που έχει τις ρίζες της στους Εκλεκτούς και νομιμοποιείται μέσω της θρησκείας ή της ίδιας της ιδεολογίας, θα πρέπει να ιδωθεί σε συνδυασμό με την ιδεολογία του κράτους, τον κρατισμό. Σύμφωνα με το άρθρο 9 του μεταπολεμικού Ιαπωνικού Ειρηνευτικού Συντάγματος, η άμεση προσπάθεια για πολιτισμική ειρήνη, προβλέπει ότι: «Δεν αναγνωρίζεται στο Ιαπωνικό κράτος το δικαίωμα της επιθετικότητας». Η Ιαπωνία επομένως, έχει απολέσει το δικαίωμα αυτό τη στιγμή που οι νικητές έβγαιναν από τον πόλεμο προφανώς με το ανάλογο δικαίωμα άθικτο, ίσως και ακόμη περισσότερο ισχυροποιημένο.

Από πού όμως προέρχεται αυτό το δικαίωμα; Αναγνωρίζεται σ’ αυτό μια φεουδαρχική προέλευση, με το δικαίωμα στην επιθετικότητα να αποτελεί μια άμεση μεταφορά από το προνόμιο της βασιλείας του θείου χρίσματος στη βασιλεία του τελικού λόγου του βασιλιά. Υπό αυτήν την προοπτική, το κράτος θεωρείται ένας αναγκαίος οργανισμός για το βασίλειο προκειμένου να συγκεντρωθούν τα αυξανόμενα έξοδα για το στρατό και το ναυτικό μέσω της βαριάς φορολογίας (από το 1793 και μετά υποχρεωτική). Το κράτος μοιάζει να δημιουργήθηκε για να συντηρεί το στρατό και όχι το αντίθετο, όπως ισχυρίζεται ο Κρίππεντορφ (1985). Παράλληλα το κράτος μπορεί να θεωρηθεί ως διάδοχος του Θεού, κληροδοτώντας το δικαίωμα της αφαίρεσης ζωής (εκτέλεση) ακόμη και της δημιουργίας της. Πολλοί εντοπίζουν στο κράτος τη δυνατότητα της δημιουργίας ζωής, μιας και σε πολλές περιπτώσεις αποτελεί αρχή ανώτερη ακόμη και από εκείνη της ίδιας της εγκύου γυναίκας.

Ο συνδυασμός του εθνικισμού με τις υπερβολικές τάσεις στον Εαυτό και τον Άλλον, του κρατισμού με το δικαίωμα, ακόμη και το καθήκον, της εκτέλεσης της ανώτατης αρχής, μας φέρνει μπροστά στην απαίσια ιδεολογία του έθνους-κράτους, μία ακόμη καταστροφική ιδέα. Ο φόνος στον πόλεμο γίνεται τώρα εις το όνομα του «έθνους»,  ενώνοντας όλους τους πολίτες με μια κοινή εθνικότητα. Η νέα αντίληψη της δημοκρατίας μπορεί τώρα να εξισωθεί με τη μετάβαση στον τύπο φωνή λαού, φωνή Θεού. Ακόμη και οι εκτελέσεις γίνονται για χάρη «των ανθρώπων του Χ κράτους». Όμως, όπως και ο πόλεμος, πρέπει να διαταχθεί από το Κράτος. Το κοινό λαϊκό αίσθημα της υπεράσπισης της πρόωρης, εμβρυακής ζωής που τίθεται εναντίον της άμβλωσης έχει πιθανόν τις ρίζες του στο γεγονός ότι η άμβλωση, που αποφασίζεται από τη μητέρα και μόνο, αποδυναμώνει το μονοπώλιο της εξουσίας του κράτους επάνω στην ανθρώπινη ζωή. Εάν αυτό το κοινό αίσθημα που στρέφεται εναντίον στην άμβλωση βασιζόταν πραγματικά στην ιερότητα του εμβρύου (ο άνθρωπος είναι ένα ιερό πράγμα) τότε οι άνθρωποι από την εμβρυακή τους κατάσταση θα είχαν τάση προς τον ειρηνισμό. Θα ήταν ενάντια στη θανατική καταδίκη και θα εξοργίζονταν με τα υψηλά επίπεδα θνησιμότητας που μαστίζουν τους μαύρους της Αμερικής και του υπόλοιπου κόσμου. Φυσικά, η προτεραιότητα που δίνεται στην αρχή της επιλογής εναντίον της ίδιας της ζωής είναι ένα ακόμη δείγμα πολιτισμικής βίας, που βασίζεται στην άρνηση της εμβρυακής ζωής ως ανθρώπινης και μετατρέπει το έμβρυο σε «αυτό», σε αντικείμενο (17).

Ο συνδυασμός της ιδεολογίας του έθνους- κράτους με το θεολογικής βάσης σύμπλεγμα των Εκλεκτών μας οδηγεί μπροστά στην καταστροφή. Το Ισραήλ (Γιαχβέ), το Ιράν (Αλλάχ), η Ιαπωνία (Αματεράσου Οκάμι), η Νότια Αφρική (ένας ολλανδικός “αναμορφωμένος” Θεός), οι Ηνωμένες Πολιτείες (ο Ιουδαίο-Χριστιανικός Γιαχβέ-Θεός) μας προσφέρουν σχετικά σαφείς ενδείξεις· είναι ικανοί για οτιδήποτε σε περιόδους έντονης κρίσης. Η ναζιστική Γερμανία (ο ναζιστής Οντίν / Βόταν-Θεός) βρισκόταν στην ίδια κατηγορία. Η Σοβιετική Ένωση του Γκορμπατσώφ, που είδε τον εαυτό του ως διάδοχο και συνεχιστή του Λένιν ύστερα από 61 χρόνια στασιμότητας, ίσως ακόμη αγωνίζεται κάτω από την επίφαση του Εκλεκτού, του εκλεγμένου λαού από την Ιστορία (με κεφαλαίο Ι) να αποτελέσει το πρώτο έθνος-κράτος που ασπάστηκε το Σοσιαλισμό. Και η Γαλλία επίσης υποφέρει από αυτό το σύμπλεγμα ανωτερότητας· μόνο και μόνο στην ιδέα πως υπάρχει επιλογή πάνω και πέρα από αυτή, υποφέρει. Η Γαλλία επιλέγει μόνη της τον εαυτό της, εκλεγμένη όχι από τους ανθρώπους αλλά από μόνη της, ορμώμενη από την αρχετυπική πράξη του Ναπολέοντα, ο οποίος στέφθηκε βασιλιάς από τον Πάπα το 1804, παίρνοντας το στέμμα από τα χέρια του και στέφοντας ο ίδιος τον εαυτό του.

4.3 Γλώσσα

Ορισμένες γλώσσες, όπως εκείνες που βασίζονται στο λατινικό αλφάβητο, η Ιταλική, η Ισπανική, η Γαλλική (και η σύγχρονη Αγγλική), αλλά όχι εκείνες που έχουν τη Γερμανική ως βάση, όπως η Νορβηγική και η ίδια η Γερμανική, αφανίζουν τις γυναίκες από τη γλώσσα χρησιμοποιώντας μία μόνο λέξη για να περιγράψουν όχι μόνο το αρσενικό γένος αλλά και ολόκληρο το ανθρώπινο είδος. Το κίνημα της μη σεξιστικής γραφής (Miller & Smith, 1988) αποτελεί ένα σημαντικό παράδειγμα της σκόπιμης πολιτισμικής μετατροπής που μάχεται ενάντια στην πολιτισμική βία. Το έργο αυτών των θαρραλέων γυναικών, το οποίο θα πρέπει να έμοιαζε ακατόρθωτο στην αρχή του, ήδη αποφέρει καρπούς.

Από την άλλη, υπάρχουν και οι πιο λεπτές πτυχές της γλώσσας όπου η βία δεν είναι τόσο ξεκάθαρη αλλά υπονοούμενη. Μία σύγκριση των Ινδο-ευρωπαϊκών γλωσσών με εκείνες της Κίνας και της Ιαπωνίας (Galtung & Nishimura, 1983) αναδεικνύει συγκεκριμένες χωρο-χρονικές ακαμψίες που επιβάλλονται μέσω των Ινδο-ευρωπαϊκών γλωσσών. Παρατηρείται επίσης μία συνακόλουθη ακαμψία στη λογική δόμηση δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη δυνατότητα εξαγωγής  έγκυρων συμπερασμάτων (εξού και η δυτική υπερηφάνεια για τη «λογική» της). Η τάση της γλωσσικής διάκρισης μεταξύ ύπαρξης και εμφάνισης, αφήνει περιθώριο για την αθανασία της ύπαρξης νομιμοποιώντας επομένως μονάχα τη φθορά της επιφάνειας. Όλα αυτά αποτελούν την ουσία του πολιτισμού, τα βαθύτερα στρώματα που βρίσκονται στη βάση του τριγώνου βίας. Οι σχέσεις μεταξύ άμεσης και δομικής βίας γίνονται ακόμη πιο ισχνές.

4.4 Τέχνη

Θα κάνω μόνο μια επισήμανση αρκετά σημαντική για τη σημερινή εμφάνιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως διαδόχου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας του 1967 (Galtung, 1989c, κεφ.2). Πώς αυτο-προσδιορίζεται η Ευρώπη; Η ιστορία της «Ευρώπης» που ανάγεται στην ελληνική μυθολογία δεν μας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. Ο ορισμός της Ευρώπης όμως ως η άρνηση και ο αποκλεισμός όλων των μη-ευρωπαϊκών περιβαλλόντων προσφέρει πολλά περισσότερα. Το περιβάλλον που αποκλειόταν τη συγκεκριμένη εποχή, της στροφής από τον Μεσαίωνα στη Σύγχρονη εποχή, ήταν η γιγάντια Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία εκτεινόταν από την ανατολή έως τη δύση, φτάνοντας μέχρι τα τείχη της Βιέννης (1683), κατακτώντας τη Συρία και την Αίγυπτο (1517), υποτάσσοντας την Τρίπολη, την Τυνησία και την Αλγερία αφήνοντας μόνο το σουλτανάτο της Φεζ και το Μαρόκο με τους μικρούς θύλακες των Ισπανών Αψβούργων (δύο από αυτούς, Θέουτα και Μελίγια, εξακολουθούν να υπάρχουν). Το μόνο μη-Ανατολικό περιβάλλον (με την έννοια των Αράβων και του Ισλάμ) ήταν η Ρωσία, φτωχή, ξεχασμένη στο χώρο και τον χρόνο, κοιμώμενη αλλά ακόμα μια τεράστια δύναμη (Larsen, 1988, σελ. 21, 23).

Η Ευρώπη επομένως έπρεπε να αντιληφθεί τον εαυτό της μέσα από τον αποκλεισμό του νότου και των νοτιοανατολικών χωρών. Για να μπορέσει να έρθει αντιμέτωπη με αυτό το «περιβάλλον»,  χρησιμοποίησε το μεταφορικό όρο «ανατολίτικος δεσποτισμός», ο οποίος κατέχει ακόμη περίοπτη θέση στη σκέψη των Ευρωπαίων. Τυπικά χαρακτηριστικά του «ανατολίτη δεσπότη» ήταν η αναλγησία και η αυθαιρεσία. Σκοτώνει όπως και ο Ευρωπαίος Πρίγκιπας, όμως αυτός κυβερνάται από τις προσωπικές του ιδιοτροπίες και όχι από το νομικό δίκαιο. Σεξουαλικά του επιτρεπόταν η πρόσβαση παντού (χαρέμι) ενώ την ίδια στιγμή οι Ευρωπαίοι ομότιτλοί του μπορούσαν μόνο να επιτίθενται και να κακοποιούν κρυφά τη νύχτα αδύναμα κορίτσια. Οι Μουσουλμάνοι δεν περιορίζονται λοιπόν από τη Χριστιανική μονογαμία. Στη Γαλλία σε μια σχολή ζωγραφικής που ανεγέρθη τον 19ο αιώνα υπάρχει μία τοιχογραφία που αναπαριστάνει τον ανατολίτη δεσπότη μέσα σ’ ένα άγριο σκηνικό σεξουαλικής μανίας και/ή βίας. Η Εκτέλεση χωρίς δίκη του Ανρί Ρενό και ο Θάνατος του Σαρδανάπαλου του Ευγένιου Ντελακρουά αποτελούν επίσης καλά παραδείγματα. Ο Χέγκελ, που αντιγράφτηκε από τον Μάρξ, χαρακτήρισε  τον ανατολίτικο δεσποτισμό και τον ανατολίτικο (ή ασιατικό) τρόπο παραγωγής ως αρνητικό, ομοιογενή και στάσιμο.

Στην ίδια κατηγορία ανήκει και το μη αραβικό κομμάτι του ημικυκλίου περί την Ευρώπη, η Ρωσία, η οποία αν και δεν ήταν αραβική,  έπρεπε επίσης να ιδωθεί υπό την προοπτική του ανατολίτικου δεσποτισμού. Ο «δεσποτισμός» των Τσάρων είναι ίσως λιγότερο αντικειμενικός αλλά και πάλι «ανατολίτικος». Αυτή η εικόνα έχει επηρεάσει για αιώνες την Ευρωπαϊκή αντίληψη και σκέψη απέναντι στους Ρώσους και τη Σοβιετική Ένωση και ακόμη την επηρεάζει όπως εξάλλου ήταν αναμενόμενο λόγω της επικρατούσας αντίληψης.

4.5 Εμπειρική Επιστήμη

Ένα παράδειγμα πολιτισμικής βίας είναι η νεοκλασική οικονομική  θεωρία, η οποία ορίζει τον εαυτό της ως την επιστήμη της οικονομικής δραστηριότητας. Οι νεοκλασικές οικονομίες έντονα επηρεασμένες από την παράδοση που επέβαλε ο Άνταμ Σμιθ, μελετούν εμπειρικά το σύστημα που προήλθε μέσα από τα δικά τους δόγματα και ανακαλύπτουν τις δικές τους αυτοεκπληρούμενες προφητείες που συχνά επιβεβαιώνονται μέσα από την εμπειρική πραγματικότητα. Ένα κομμάτι του νεοκλασικού αυτού δόγματος ή της «συμβατικής σοφίας» το αποτελεί η θεωρία του εμπορίου, η οποία βασίζεται στα «συγκριτικά πλεονεκτήματα», που πρώτος εισήγαγε ο Ντέιβιντ Ρικάρντο και ανέπτυξαν εκτενέστερα οι Χέκσερ, Όλιν και Ίαν Τίνμπεργκεν. Αυτό το δόγμα διακηρύσσει ότι η κάθε χώρα πρέπει να εισέρχεται στην παγκόσμια αγορά με τα προϊόντα εκείνα τα οποία της δίνουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σύμφωνα με όρους παραγωγικών παραγόντων.

Στην πράξη αυτό σημαίνει πως οι χώρες που δεν διαθέτουν αρκετές πρώτες ύλες και καλά εξειδικευμένο προσωπικό μπορούν μονάχα να εξάγουν πρώτες ύλες, ενώ εκείνες που βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση εξαιτίας του κεφαλαίου, της τεχνολογίας, της εξειδίκευσης και των επιστημών δεν εξάγουν απλώς, αλλά προχωρούν και στην επεξεργασία τους. Με αυτή τη λογική λοιπόν η Πορτογαλία εγκατέλειψε τη βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας για να γίνει μία μέτρια παραγωγός κρασιού την ώρα που η Αγγλία δέχτηκε την πρόκληση να αναπτύξει την βιομηχανική της ικανότητα ακόμη περισσότερο. Οι συνέπειες αυτού του δόγματος, με τη μορφή της καθετοποίησης του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού, είναι ορατές για τον περισσότερο κόσμο. Δομική βία παντού (Galtung, 1971, 1988b), σε όλα τα επίπεδα, μεταξύ των χωρών αλλά και εντός τους.

Επομένως, το δόγμα των συγκριτικών πλεονεκτημάτων χρησιμεύει ως μέσο δικαιολόγησης και νομιμοποίησης του σκληρού διαχωρισμού του κόσμου ανάλογα με το βαθμό επεξεργασίας πρώτων υλών, που υποχρεώνει πολλές χώρες στην εξαγωγή των προϊόντων τους. Δεδομένου ότι αυτός είναι περίπου ανάλογος με το βαθμό πρόκλησης που οι χώρες δέχονται κατά τη διαδικασία της παραγωγής, η αρχή των συγκριτικών πλεονεκτημάτων καταδικάζει τις χώρες να παραμένουν εκεί όπου τους επιβάλλει η παραγωγή τους εξαιτίας γεωγραφικών και ιστορικών λόγων. Φυσικά δεν υπάρχει νόμος, θεσπισμένος ή εμπειρικός, προκειμένου να μπορέσουν να βελτιώσουν το παραγωγικό τους προφίλ, ένα σημείο που εύστοχα επισημάνθηκε από τον Ιάπωνα οικονομολόγο Κανάμε Ακαμούτσου (18). Και αν ακόμη το επιχειρήσουν δεν θα είναι εύκολο, από τη στιγμή που υπάρχουν άμεσα κέρδη για εκείνους  που κατέχουν τις πρώτες ύλες και τα εμπορεύματα, από τη μη-αλλαγή του κατεστημένου των χωρών που επιθυμούν να βελτιώσουν της παραγωγή τους. Με αυτόν τον τρόπο ο «νόμος» των συγκριτικών πλεονεκτημάτων νομιμοποιεί ένα δομικά απαράδεκτο καθεστώς. Εν συντομία, αυτός ο «νόμος» είναι ένα κομμάτι της πολιτισμικής βίας, βαθιά θαμμένο στον πυρήνα της οικονομίας.

4.6 Τυπική Επιστήμη

Αυτό άραγε δεν μπορεί να ειπωθεί και για τα μαθηματικά; Δεν είναι και τόσο προφανές. Αν τα μαθηματικά θεωρηθούν ως ένα τυπικό παιχνίδι με ένα μονάχα βασικό κανόνα, ότι το θεώρημα Τ και το αρνητικό του -Τ δεν μπορούν να είναι και τα δύο έγκυρα, τότε μπορεί να προκύψουν βίαιες συνέπειες. Ακόμη και στην περίπτωση που η μαθηματική λογική διερευνά την πολυδύναμη λογική, το όργανο που χρησιμοποιείται είναι η δισθενής λογική, η οποία χαράζει μια αυστηρή διαχωριστική γραμμή μεταξύ του έγκυρου και του μη-έγκυρου· δεν υπάρχει τρίτη εναλλακτική. Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό ότι πρέπει να ακολουθηθεί αυτός ο τρόπος, με το συμπέρασμα να αποτελεί τη συνδετική ύλη στη δόμηση του μαθηματικού οικοδομήματος, ενώ ο επαγωγικός κανόνας και η μέθοδος διάψευσης αποτελούν τις βασικές διαδικασίες. Κανένα συμπέρασμα δεν μπορεί να εξαχθεί εάν οι τιμές των παραπάνω διαδικασιών ή του ίδιου του συμπεράσματος είναι ασαφείς (Galtung, 1988c,  κεφ. 4. ειδ. υποκεφ. 4.4).

Αυτό σημαίνει πως η μαθηματική λογική μάς επιβάλλει έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης, ιδιαίτερα συμβατό με τη δυαδική σκέψη άσπρου-μαύρου και την πόλωση σε προσωπικό, κοινωνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Το είτε-είτε του χαρακτήρα της μαθηματικής σκέψης την κάνει ένα συναρπαστικό παιχνίδι, αλλά ως πρότυπο για την εξέχουσα ανθρώπινη διαλεκτική, την κοινωνική και την παγκόσμια πραγματικότητα, δεν είναι ιδιαίτερα επαρκές. Και η επάρκεια αποτελεί μια απαραίτητη προϋπόθεση για τον πολιτισμό, τον συμβολικό χώρο, εάν βέβαια είναι να μας οδηγήσει να οραματιστούμε μια εν δυνάμει λιγότερο βίαιη πραγματικότητα.

4.7 Κοσμολογία                              

Επιστρέφουμε στο ζήτημα της μετατροπής της πολιτισμικής βίας σε βίαιο πολιτισμό. Όπως αναφέρθηκε και στο πρώτο κεφάλαιο, τέτοιες καθολικές εκτιμήσεις μπορούν να προκύψουν από ένα μεγάλο και ποικίλο αριθμό πολιτισμικών εκφάνσεων, σε επίπεδο θρησκείας, ιδεολογικής σκέψης, γλώσσας, εμπειρικής και τυπικής επιστήμης. Όλες αυτές οι εκφάνσεις εξυπηρετούν στη νομιμοποίηση της βίας. Ωστόσο, υπάρχει και μία ακόμη προσέγγιση: να εξερευνήσουμε το υπόστρωμα του πολιτισμού, τον(τους) «βαθύ(είς) πολιτισμό(ούς)» από τον οποίο μπορεί να προέρχονται πολλές από αυτές τις εκφάνσεις (19). Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να βρεθούμε μπροστά στην ρίζα των ριζών, στον πολιτισμικό γενετικό κώδικα που γεννά τα πολιτισμικά στοιχεία και αναπαράγεται μέσω αυτών. Το ότι μία τέτοια έρευνα είναι ιδιαίτερα θεωρητική δεν μας δημιουργεί προβλήματα· είναι στη φύση της επιστήμης να θέτει βαθύτερα στρώματα, να εκθέτει τα συμπεράσματά της και να εξετάζει τον σκληρό πυρήνα της θεωρίας γύρω από τις ακατέργαστες άκρες.

Η έννοια της κοσμολογίας προορίζεται να αποτελέσει τον λιμένα των υποστρωμάτων των βαθύτερων υποθέσεων σχετικά με την πραγματικότητα (20), ορίζοντας τι είναι φυσικό και τι φυσιολογικό.  Οι υποθέσεις σε αυτό το επίπεδο βάθους του συλλογικού ασυνείδητου δεν είναι εύκολο να έρθουν στην επιφάνεια, ας μην μιλήσουμε για το να φτάσουν στη ρίζα. Και όμως, είναι σε αυτό το επίπεδο που ο δυτικός πολιτισμός εμφανίζει τόσα βίαια χαρακτηριστικά ώστε ολόκληρος ο πολιτισμός να αρχίζει να μοιάζει με βίαιος. Εκεί εντοπίζεται η αρχή του εκλεκτού, υπάρχουν ισχυρές διαβαθμίσεις μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας. Υπάρχει το κατεπείγον, το αποκάλυψη τώρα!, σύνδρομο που εμποδίζει την αργή και υπομονετική οικοδόμηση και θεσμοθέτηση της δομικής και άμεσης ειρήνης. Υπάρχει ατομισμός, διχοτομημένη σκέψη με αφαιρετικές αλυσίδες που εξουδετερώνουν την ενότητα-των-σκοπών-και-των-μέσων. Υπάρχει αλαζονεία απέναντι στην φύση που καταπολεμά την ενότητα-της-ζωής. Υπάρχει ισχυρή τάση εξατομίκευσης και κατάταξης των ανθρώπων, που διασπά την ενότητα-των-ανθρώπων. Και ένας υπερβατικός, απόλυτος Θεός, με τρομερούς διαδόχους. Το σύνολο του πολιτισμού κατέχει μια τεράστια δυναμική για βία, η οποία μπορεί να εκφραστεί στο πιο φανερό πολιτισμικό επίπεδο και στη συνέχεια να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Το ότι υπάρχει ειρήνη στη Δύση, η οποία μερικές φορές προέρχεται μάλιστα από την ίδια, μοιάζει με θαύμα που πιθανόν να οφείλεται στα πιο πράα μέλη της.

Το πρόβλημα είναι ότι αυτός ο τρόπος σκέψης πολλές φορές οδηγεί σε ένα αίσθημα απελπισίας. Το να μπορέσουμε να αλλάξουμε τον πολιτισμικό γενετικό κώδικα μοιάζει τόσο δύσκολο όσο με το να μπορέσουμε να αλλάξουμε τον βιολογικό γενετικό κώδικα. Επιπλέον, ακόμα και αν ήταν δυνατό, μια τέτοιου είδους «πολιτισμική μηχανική» θα ήταν τόσο προβληματική όσο αποδεικνύεται και η γενετική μηχανική. Θα έπρεπε επομένως να τον αφήσουμε στην «τύχη» του, δηλαδή σε αυτούς που κατέχουν την εξουσία και τα προνόμια (21); Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο και καίριο ερώτημα με το οποίο θα πρέπει να ασχοληθεί η μελλοντική έρευνα για την ειρήνη.

5. Ο Γκάντι και η Πολιτισμική βία         

Τι ήταν όμως αυτό που υποστήριζε ο Γκάντι σχετικά με αυτά τα δύσκολα ζητήματα, ανοικτός όπως ήταν πάντα στην εξερεύνηση εναλλακτικών λύσεων για την άμεση και δομική βία; Η απάντησή του ήταν να αναπαράγει, μέσα από τον οικουμενισμό του, δύο αξιώματα που κατά μια έννοια συνοψίζουν τον Γκαντισμό: την ενότητα-της-ζωής και την ενότητα-των-μέσων-και-των σκοπών. Το πρώτο ακολουθείται από το δεύτερο, αν υποθέσουμε πως χωρίς ζωή, και συγκεκριμένα χωρίς ανθρώπινη ζωή, όλα μπορεί να τελειώσουν. Αν ο σκοπός είναι η επιβίωση, τότε τα μέσα θα πρέπει να είναι η βελτίωσή της. Όμως, πώς αντιλαμβανόμαστε την έννοια «ενότητα»; Μία λογική εξήγηση, αντλώντας και από τις απόψεις των προηγούμενων κεφαλαίων, θα ήταν με την έννοια της εγγύτητας, σε αντίθεση με τον διαχωρισμό. Στο πνευματικό μας σύμπαν όλες οι μορφές ζωής, ιδιαίτερα η ανθρώπινη ζωή, πρέπει να απολαμβάνουν την εγγύτητα και να μην απομονώνονται λόγω του σκληρού διαχωρισμού Εαυτός-Άλλος που αποτελούν εμπόδια στον κοινωνικό ιστό. Οποιαδήποτε δικαιολογία προέρχεται από τον σκληρό πυρήνα του πολιτισμού, όπως π.χ. το να αποκαλείται ένας Λαός Εκλεκτός, θα απορρίπτεται όταν έρχεται σε σύγκρουση με αυτό το ύψιστο, το «δριμύτερο» αξίωμα.

Μπορούμε να αντιληφθούμε την ενότητα-των-μέσων-και-των-σκοπών ως αυτό που φέρνει κοντά τα διαφέροντα πνευματικά στοιχεία, όπως τις διαφορετικές πράξεις και τα γεγονότα που επέφεραν αυτές οι πράξεις. Αυτά δεν πρέπει να κρατούνται χωριστά με μακρές αιτιατές αλυσίδες που εμποδίζουν τον κοινωνικό χρόνο. Για να ξεκινήσουν οι μεγάλες κοινωνικές διαδικασίες οι οποίες θα οδηγήσουν στην απογείωση ή την επανάσταση, η επένδυση στην βιομηχανία ή το βιομηχανικό προλεταριάτο δεν είναι αρκετά καλή. Τα μέσα πρέπει να είναι από μόνα τους καλά, όχι από την άποψη μακροπρόθεσμων στόχων, μελλοντικής κατάστασης -όπως αποδεικνύεται από τα εκατομμύρια των ανθρώπων που θυσιάστηκαν στο βωμό της βιομηχανοποίησης στο όνομα της «ανάπτυξης / καπιταλισμού» και της «επανάστασης / σοσιαλισμού». Η αιτιολόγηση που προέρχεται από την εμπειρική επιβεβαίωση της φράσης «λειτουργεί» απορρίπτεται όταν συγκρούεται με αυτό το ύψιστο, το «δριμύτερο» αξίωμα.

Οποιοσδήποτε διαχωρισμός  μεταξύ του Εαυτός-Άλλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει τη βία ενάντια σε αυτούς που βρίσκονται χαμηλότερα στην κλίμακα των ικανοτήτων· οποιαδήποτε αιτιατή αλυσίδα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει τη χρήση βίαιων μέσων για την απόκτηση μη-βίαιων σκοπών. Ο Γκάντι ήταν ιδιαίτερα σκεπτικός τόσο απέναντι στις μαρξιστικές ιδέες της επανάστασης και της σκληρής εργασίας, της θυσίας μίας ή δύο γενεών για την υποτιθέμενη ευδαιμονία του αύριο, όσο και απέναντι στις φιλελεύθερες /συντηρητικές ιδέες της σκληρής εργασίας και της επιχειρηματικότητας, της θυσίας ενός ή δύο κοινωνικών τάξεων για την ευδαιμονία των ανώτερων κοινωνικών τάξεων ακόμα και σήμερα.

Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα δύο αυτά αξιώματα του Γκάντι ήταν ο σεβασμός της ιερότητας όλων των μορφών της ζωής (για αυτό και ήταν χορτοφάγος) και η αποδοχή του ιερού κανόνα πως «φρόντιζε τα μέσα και οι σκοποί  θα φροντίζουν τον εαυτό τους». Επομένως το δίδαγμα της ενότητας-της-ζωής είναι αρκετά διαφορετικό από εκείνο της «οικολογικής ισορροπίας» και αυτό γιατί αφορά στην ενίσχυση όλων των μορφών της ζωής και όχι μόνο της ανθρώπινης· και μάλιστα όλες τις ανθρώπινες ζωές, όχι μόνο τις κατηγορίες ανθρώπων που έχουν επιλεγεί από κάποια (κατά τον Γκάντι, παραμορφωμένη ή παρεξηγημένη) θρησκεία ή ιδεολογία. Από την άλλη η ενότητα-των-σκοπών-και-των-μέσων θα οδηγήσει σε ένα δίδαγμα της συγχρονίας, η οποία θα εργάζεται παράλληλα γύρω από όλα τα θέματα (22) και δεν θα στέκεται στη διαχρονία εκείνου που θεωρείται ότι αποτελεί την κινητήριο δύναμη. Χρησιμοποιεί ως αρχέτυπο τον Βουδιστικό τροχό όπου τα στοιχεία της σκέψης, του λόγου και των πράξεων βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο σημαντικότητας, σε αντίθεση με τη Χριστιανική πυραμίδα που δίνει περισσότερη σημασία σε κάποια από ό,τι σε άλλα (όπως π.χ. στην πίστη έναντι των πράξεων) (Galtung, 1988, κεφ. 1.1, ειδ. σελ.25f).

6. Συμπεράσματα

Η βία μπορεί να ξεσπάσει σε οποιαδήποτε γωνιά του τριγώνου της άμεσης – δομικής – πολιτισμικής βίας και μπορεί εύκολα να μεταφερθεί σε οποιοδήποτε άλλο σημείο. Με τη θεσμοθέτηση της βίαιης δομής και την εσωτερίκευση του βίαιου πολιτισμού, η άμεση βία τείνει και αυτή να γίνει θεσμοθετημένη, επαναλαμβανόμενη και τελετουργική, σαν μια βεντέτα. Το τριγωνικό αυτό σύνδρομο της βίας θα πρέπει να αντιπαραβάλλεται τότε στο μυαλό με ένα τριγωνικό σύνδρομο της ειρήνης, στο οποίο η πολιτισμική ειρήνη γεννά τη δομική ειρήνη, μέσα από τις συμβιωτικές, ισότιμες σχέσεις μεταξύ διαφορετικών εταίρων και την άμεση ειρήνη μέσα από πράξεις συνεργασίας, φιλίας και αγάπης. Θα μπορούσε να είναι ένα ενάρετο και αυτό-τροφοδοτούμενο τρίπτυχο παρά ένα φαύλο. Αυτό το ενάρετο τρίπτυχο θα χαρακτηρίζεται από την εργασία που γίνεται και στις τρεις πλευρές συγχρόνως, χωρίς να υποθέτουμε ότι μια βασική αλλαγή σε ένα επίπεδο θα προκαλέσει αυτόματα αλλαγές και στα άλλα δύο.

Μήπως αυτή η ένταξη του πολιτισμού δεν διευρύνει σημαντικά την ατζέντα των σπουδών για την ειρήνη; Και βέβαια το κάνει. Γιατί άραγε οι σπουδές για την ειρήνη να είναι πιο περιορισμένες για παράδειγμα από τις σπουδές για την υγεία (ιατρικές επιστήμες); Είναι όμως η ειρήνη ευκολότερη από την υγεία, λιγότερο περίπλοκη; Και όσον αφορά τη βιολογία, τη μελέτη της ζωής· τη φυσική, τη μελέτη της ύλης· τη χημεία, τη μελέτη της σύνθεσης της ύλης· τα μαθηματικά τη μελέτη αφηρημένων τύπων -όλα αυτά τα γνωστικά αντικείμενα είναι αρκετά ευρεία. Γιατί λοιπόν θα πρέπει οι σπουδές για την ειρήνη να είναι περισσότερο μετριοπαθείς; Γιατί να χαράξουμε συγκεκριμένα σύνορα σε έναν τομέα τόσο τρομερά σημαντικό στις συνέπειές του και τόσο γοητευτικά ελκυστικό σε ένα ανήσυχο μυαλό; Εάν ο πολιτισμός σχετίζεται με τη βία και την ειρήνη, κάτι που φυσικά ισχύει, τότε μόνο ένα δογματικό μυαλό θα τον κρατήσει μακριά από τις εξερευνήσεις όπως οι αναρίθμητες διεισδυτικές και επίμονες μελέτες που είναι αφιερωμένες στις πολλαπλές μορφές της άμεσης και δομικής βίας. Το μόνο πραγματικά καινούριο στοιχείο είναι ότι το πεδίο ανοίγει σε νέους τομείς αρμοδιότητας όπως οι ανθρωπιστικές επιστήμες, η ιστορία των ιδεών, η φιλοσοφία και η θεολογία. Με άλλα λόγια, αποτελεί μια πρόσκληση για νέους επιστημονικούς κλάδους να συμμετέχουν στην έρευνα για την ειρήνη και στους έμπειρους ερευνητές του χώρου να εκσυγχρονίσουν λίγο τα ερευνητικά τους εργαλεία.

Με αυτόν τον τρόπο, η έρευνα για την ειρήνη θα μπορούσε επίσης να συμβάλλει ίσως στη θεμελίωση ενός σημαντικού επιστημονικού εγχειρήματος, απόντος ακόμα από το πάνθεον των επιστημονικών επιδιώξεων, την επιστήμη του ανθρώπινου πολιτισμού, την «Πολιτισμολογία». Σήμερα το πεδίο αυτό κατανέμεται ανάμεσα στις «ανθρωπιστικές σπουδές» για τους «ανώτερους» πολιτισμούς και την πολιτισμική ανθρωπολογία αντίστοιχα για τους «κατώτερους», με τη φιλοσοφία, την ιστορία των ιδεών και τη θεολογία να συμπληρώνουν ορισμένα κενά. Έννοιες όπως η «πολιτισμική βία» τα καλύπτει όλα αυτά, όπως και η «δομική βία» καλύπτει όλο το φάσμα των κοινωνικών επιστημών. Η έρευνα για την ειρήνη έχει τόσα ακόμα να μάθει, τόσα πολλά να πάρει και να δεχτεί. Ίσως, εν ευθέτω χρόνο, να έχουμε κι εμείς με τον τρόπο μας συμβάλλει στο πνεύμα της διαφορετικότητας, της συμβίωσης και της ισότητας.

* Ακολουθούν οι σημειώσεις τέλους του άρθρου σύμφωνα με την αρίθμησή τους

(1)  Η «πολιτισμική βία» επομένως ακολουθεί τα χνάρια της «δομικής βίας» η οποία εισήχθη σε αυτό το περιοδικό 20 χρόνια πριν (Galtung, 1969). Για μια πρόσφατη και αρκετά εποικοδομητική κριτική και προσπάθεια ανάπτυξης των ιδεών βλ. Roth (1988). Μια παρόμοια ιδέα εισάγεται από τον Saner (1982).
(2) Έγιναν πολλές προσπάθειες για τη δημιουργία του «καινούριου άντρα» (και γυναίκας); Στη Δύση κάθε νέο υποκατάστημα του Χριστιανισμού αποτελεί μια τέτοια προσπάθεια, όπως είναι ο ανθρωπισμός ή ο σοσιαλισμός. Αλλά κάθε εμφύσηση μιας ενιαίας κουλτούρας μέσα σε οποιαδήποτε άλλη αποτελεί εγγενώς μια πράξη άμεσης βίας (με την έννοια της εμπρόθετης πράξης), η οποία συνήθως έχει στόχο την αποκοινωνικοποίηση από τον έναν πολιτισμό και την επανακοινωνικοποίηση σε έναν άλλο –συμπεριλαμβανομένης της πρώτης κοινωνικοποίησης των νεαρών (ανυπεράσπιστων) παιδιών. Ωστόσο, παρόλο που ο πολιτισμός είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση για την ανθρώπινη ύπαρξη, ερχόμαστε στον κόσμο χωρίς αυτόν (παρά μόνο με προδιαθέσεις) και η εγχάραξή του αποτελεί μια πράξη βίας, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε μπροστά στο βασικό πρόβλημα της «εκπαίδευσης»: «με εκπαιδεύουν» ή «εκπαιδεύομαι»; Φυσικά μπορεί να ισχύσουν και τα δύο ανάλογα με την περίσταση. Η εκπαίδευση για την Ειρήνη, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικοποίησης, θα σήμαινε κατά πάσα πιθανότητα την έκθεση σε πολλαπλούς πολιτισμούς και στη συνέχεια έναν διάλογο όπως υποστηρίζεται παρακάτω. Ούτε ο Χριστιανισμός, ούτε ο ανθρωπισμός είναι καλοί σε τέτοιου είδους διαλόγους· στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε καν τον τρόπο να το κάνουμε. Θα πρέπει να σημειωθεί πως η επιβολή μίας κουλτούρας σε οποιονδήποτε, είτε γίνεται άμεσα είτε δομικά, δεν είναι αυτό που αποκαλέσαμε πολιτισμική βία. Οι εκφάνσεις του πολιτισμού που νομιμοποιούν μια τέτοια επιβολή, επειδή λόγου χάρη ένας πολιτισμός χαρακτηρίζεται ανώτερος από κάποιον άλλο (μονοθεϊστικός, σύγχρονος, επιστημονικός κ.λπ.) είναι βίαια θεμελιωμένες σε αυτόν τον πολιτισμό με άλλα λόγια, αποτελούν πολιτισμική βία. Η «εμπειρική ή εν δυνάμει νομιμοποίηση της βίας» είναι το κλειδί της πολιτισμικής βίας.
(3) Διαχωρίζουμε σχηματικά τους μηχανισμούς ελέγχου σε εσωτερικούς και εξωτερικούς, θετικούς και αρνητικούς: αναγνωρίζοντας στους «εσωτερικούς και θετικά και αρνητικά χαρακτηριστικά», όπως η καλή και η κακή συνείδηση αντίστοιχα· οι θετικοί εξωτερικοί αναγνωρίζονται ως ανταμοιβή ενώ οι αρνητικοί εξωτερικοί ως τιμωρία. Η «εσωτερίκευση» είναι συνείδηση βαθιά ριζωμένη στο σύστημα του ατόμου, η «θεσμοθέτηση» είναι τιμωρία ή ανταμοιβή βαθιά ριζωμένη στο κοινωνικό σύστημα. Και τα δύο εξυπηρετούν στο να κάνουν την πράξη να μοιάζει πως γίνεται «φυσικά, φυσιολογικά και εκούσια». Αυτό το κομμάτι της στοιχειώδους κοινωνικής επιστήμης μπορεί να εξυπηρετεί στον εντοπισμό της πολιτισμικής και δομικής βίας στο κέντρο της δόμησης της θεωρίας των γενικά κοινωνικών επιστημών.
(4) Μία προσπάθεια να συγκρίνουμε τα τρία συστήματα (όχι μόνο τον Χιτλερισμό και τον Σταλινισμό, όπως τώρα πια συνηθίζεται σύμφωνα με την αναθεωρητική οπτική της «διαφάνειας»), βλ. Galtung (1984).
(5) Υπάρχουν σοβαρές ομοιότητες στο ζήτημα του εκλεκτού με βάση τον σιντοϊσμό. Για μια βαθύτερη ανάλυση βλ. Ienaga (1978), ιδιαίτερα τη σελ. 154 για την έννοια του hakko ichiu οκτώ διαφορετικές γωνιές του κόσμου που βρίσκονται κάτω από την ίδια στέγη).
(6) Η εύκολη προσέγγιση είναι να εγκαταλείψουμε τις «παράπλευρες απώλειες» στις αρμοδιότητες άλλων κλάδων απαιτώντας να τις ξεκαθαρίσουν, εννοιολογικά, θεωρητικά και πρακτικά –όπως οι οικονομολόγοι συνηθίζουν να κάνουν.
(7) Ένα έγγραφο που αποτελείται από την Οικουμενική Διακήρυξη του 1948, δύο Συμβάσεις του 1966 και ένα Προαιρετικό Πρωτόκολλο. Ο Χάρτης δεν χρήζει ακόμα του κύρους που του αξίζει, μεταξύ άλλων γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες απέτυχαν να επικυρώσουν τις Συμβάσεις.
(8) Ως εκ τούτου, σε αυτό το επίπεδο η υποβάθμιση του περιβάλλοντος πρέπει να αντισταθμιστεί, διαμέσου της απο-βιομηχανοποίησης και της απο-εμπορευματοποίησης και όχι μέσω της μετατροπής του ενός τύπου μόλυνσης ή εξάντλησης σε άλλον μέσα από ένα συνονθύλευμα προσεγγίσεων γύρω από αυτό το σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα.
(9) Αντίθετα, είναι σχεδόν απίστευτο πόσο ειρηνικά είναι τα σύνορα εκεί ψηλά στο Βορρά μεταξύ μιας τόσο μικρής και μιας τόσο μεγάλης χώρας, που όπως υποστηρίζεται από πολλούς, υποθάλπεται η επιθυμία να καλυφθούν τυχόν «κενά εξουσίας».
(10) Αυτή βέβαια, είναι η γενική τοποθέτηση που εκφράζεται από το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης, στο ετήσιο περιοδικό του SIPRI αλλά και σε άλλες εκδόσεις· είναι αρκετά χρήσιμο έγγραφο σε επιφανειακό επίπεδο, αλλά δεν εμβαθύνει επαρκώς στην κατανόηση των πραγματικών αντίμετρων που πρέπει να προταθούν και να θεσπιστούν.
(11) Αυτοί οι παράγοντες συχνά λογίζονται ως ιδιαίτερα σημαντικοί στην κατανόηση της Ιαπωνικής επιθετικότητας, όπως π.χ. από τον Benedict (1972). Ο Ienaga (1978) αναφέρει επίσης τους παράγοντες αυτούς.
(12) Όταν το τραμ περνούσε  μπροστά από το Αυτοκρατορικό Κάστρο στο Τόκιο, οι επιβάτες σηκώνονταν και υποκλίνονταν προς το μέρος του Αυτοκράτορα. Το ιερό του Σιντοϊσμού Yasukuni εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εθνικά και εμπορικά κτήρια της Ιαπωνίας. Μετά την ήττα του κόμματός του στις εκλογές, στις 23 Ιουλίου του 1989, ο νέος Πρωθυπουργός του ΦΔΚ (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα), Kaifu, δεν επισκέφτηκε το ιερό στην επέτειο της συνθηκολόγησης στις 15 Αυγούστου του 1945, γνωρίζοντας καλά πως πλέον οι άνεμοι φυσούσαν περισσότερο από τα αριστερά.
(13) Δεν έχω δει πουθενά αλλού σαφέστερο παράδειγμα τέτοιας βαθιάς ενσωμάτωσης από αυτή των στρατιωτικών στο πανεπιστήμιο ως Εφέδρων Αξιωματικών Εκπαίδευσης Σώματος (ΕΑΕΣ) στις Η.Π.Α., το οποίο επιτρέπει στον στρατό ακόμη και  να εξαγοράζει φοιτητές μέσω υποτροφιών και να γεμίζει τις αίθουσές του με μιλιταριστική προπαγάνδα.
(14) Μια ακόμη θεολογική διάκριση ανάλογης σημασίας αποτελεί το ερώτημα αν γεννιόμαστε με το προπατορικό αμάρτημα (όπως ισχυρίζονται ορισμένοι Χριστιανοί), με εγγενή ευλογία (όπως υποστηρίζουν κάποιοι άλλοι) και με τα δύο (όπως υποστηρίζει η Ινδο-Βουδιστική θέση του κάρμα;) ή με κανένα από τα δύο (όπως υποστηρίζουν οι άθεοι). Ο συνδυασμός του υπερβατικού Θεού και του προπατορικού αμαρτήματος έχει τεράστιες επιπτώσεις στον έλεγχο των ανθρώπων, όπως πολύ καλά κατάλαβε ο Λούθηρος.
(15) Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. Galtung (1989a, κεφ. 3; 1989b). Για μία εξαιρετική μελέτη του ζητήματος του εκλεκτού βλ. Weber (1971).
(16) Αυτό αποτελεί ένα σημαντικό θέμα ενός συναρπαστικού και τρομακτικού δυστοπικού μυθιστορήματος (Atwood, 1987). Είμαι υπόχρεος στην Carolin DiPalma για αυτή την αναφορά.
(17) Η δική μου θέση, αν και όχι τόσο πρωτότυπη είναι η εξής: το έμβρυο έχει ζωή άρα είναι ιερό. Θα πρέπει να γίνει ό,τι είναι δυνατόν για να αποφευχθεί μια κατάσταση όπου η ζωή αυτή απειλείται, ηθελημένα ή όχι. Και εφόσον έχουν εξαντληθεί όλες οι εναλλακτικές λύσεις, η απόφαση ανήκει σε αυτούς που δημιούργησαν αυτή τη ζωή, στη γυναίκα και στον άντρα, με τη γυναίκα να έχει το δικαίωμα να ασκήσει βέτο και τον άντρα να έχει το δικαίωμα της συμμετοχής στην απόφαση.
(18) Αυτό που εννοεί είναι αυτό ακριβώς: τη χρήση όλης της συσσωρευμένης υπεραξίας για τη βελτίωση των συντελεστών της παραγωγής και όχι για την πολυτελή κατανάλωσή της από τους ιδιοκτήτες των συντελεστών της παραγωγής για να βγουν δηλαδή από αυτήν την παγίδα. Όπως απλά και έξυπνα, έκανε κάποτε η Ιαπωνία, η οποία όμως δεν θα ήθελε να δει και άλλους να ακολουθούν αυτόν τον δρόμο.
(19) Μία σημαντική μεταδομιστική θέση: σκάβοντας βαθιά, αρκετά κάτω από την επιφάνεια δεν θα οδηγηθούμε από την πολυπλοκότητα στην απλότητα. Ο «Βαθύς δυτικός πολιτισμός» δεν είναι ξεκάθαρος. Θα μπορούσα εγώ , για παράδειγμα, να συμφωνήσω ότι ο Χριστιανισμός μπορεί να κατανοηθεί μόνο μέσα από δύο τουλάχιστον αναγνώσεις, μια περισσότερο συντηρητική (υπερβατική και προσανατολισμένη στο προπατορικό αμάρτημα) και μία περισσότερο ήπια ( έμφυτη και προσανατολισμένη στην εγγενή ευλογία). Ορισμένοι άλλοι βλέπουν μια πιο σύνθετη ποικιλία των βαθιών πολιτισμών. Το βήμα από τη μία ανάγνωση στην άλλη αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση.
(20) Η κοσμολογία, επομένως, ορίζεται περίπου ως «οι βαθιές πολιτισμικές παραδοχές ενός πολιτισμού, συμπεριλαμβανομένων και των γενικών παραδοχών πάνω στις οποίες βασίζονται οι βαθιές δομές, που ορίζουν με τη σειρά τους το φυσικό και το φυσιολογικό».
(21) Πότε ο πολιτισμός, ιδιαίτερα ο βαθύς πολιτισμός, έχει επαρκή πλαστικότητα (Scholem) ώστε να μπορέσει να αναπλάσει, να αναδιαμορφώσει τον πολιτισμό του; Σε περιόδους κρίσης; Όταν έχει προκληθεί ένα βαθύ τραύμα, προκαλώντας παράλληλα βαθιά τραύματα και στους άλλους; Δεν γνωρίζουμε τίποτα περισσότερο από το ότι αυτά αποτελούν καίρια ερωτήματα.
(22) Κοιτάξτε τη ζωή του Γκάντι: Η πολιτική ατζέντα που ανέλαβε ήταν συγκλονιστική -η αυτονομία˙ η εξερεύνηση των satyagraha και sarvodaya*˙ η ανάκαμψη των Ινδών της Νότιας Αφρικής, των παιδιών του Θεού στην Ινδία, των γυναικών· και η διαμάχη μεταξύ των κοινοτήτων των Ινδουιστών και των Μουσουλμάνων. Σε κανένα σημείο αυτού του αγώνα ο Γκάντι δεν είπε: θα επικεντρωθώ μόνο σε ένα από όλα αυτά και τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν.* satyagraha (απείθεια κατά της Αρχής και φορολογική αντίσταση), κίνηση Sarvodaya (προώθηση της αυτάρκειας του αγροτικού πληθυσμού της Ινδίας με την ενθάρρυνση της ανακατανομής εδάφους, κοινωνικο-οικονομικές μεταρρυθμίσεις και την προώθηση των εργαστηρίων-εξοχικών σπιτιών). (Σ.τ.Μ.) Πηγή: http://astoiko.eu/index.php?option=com_content&view=article&id=31&Itemid=146.

___________________________________

Translation from English to Greek of Johan Galtung’s academic paper “Cultural Violence” (1990).

Translation by Mariana Kapetanidou, Translator and teacher of English and Italian Language, PhD student at Aristotle University of Thessaloniki, Greece.

 Editing by Palaiologos Konstantinos, Assistant Professor at AUTh. Peace research, 15 November 2013.

 

This article originally appeared on Transcend Media Service (TMS) on 13 Jan 2014.

Anticopyright: Editorials and articles originated on TMS may be freely reprinted, disseminated, translated and used as background material, provided an acknowledgement and link to the source, TMS: (ελληνικά-Greek) Πολιτισμική Βία, is included. Thank you.

If you enjoyed this article, please donate to TMS to join the growing list of TMS Supporters.

Share this article:

Creative Commons License
This work is licensed under a CC BY-NC 4.0 License.


Comments are closed.